Η Φιλελεύθερη ματιά στην κοινωνική πρόνοια
Του Πέτρου-Ιωάννη Παρασκευόπουλου*
Όποτε συναντά κανείς το ζήτημα της φτώχειας οφείλει να το αντιμετωπίζει με την ενσυναίσθηση του τί σημαίνει να είναι κανείς αποκλεισμένος. Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία η Ελλάδα έχει περίπου 3.8 εκατομμύρια ανθρώπους που βιώνουν τέτοιες συνθήκες. Παράλληλα, αν και σύμφωνα με το capital.gr για το 2018 αναμένεται μεγάλη μείωση, κατά 3.9% του ΑΕΠ στις δαπάνες που έχουν να κάνουν με συντάξεις (από 17.3% του ΑΕΠ, στο 13.4%), εξακολουθούν να αποτελούν τη μερίδα του λέοντος ως προς τις συνολικές κοινωνικές δαπάνες. Τέλος, το 2016 οι συντάξεις μαζί με τα επιδόματα φτάσανε το 27% του ΑΕΠ με βάση τα στοιχεία του ΟΑΣΑ, το ίδιο ακριβώς μερίδιο με τη Σουηδία, με πολύ διαφορετικά αποτελέσματα σε ότι αφορά τα επίπεδα φτώχειας πάρα-ταύτα…
Για τους φιλελευθέρους δεν είναι μονάχα ηθική προτεραιότητα να μειωθούν δραστικά οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές προκειμένου να ανασάνει η οικονομία, αλλά να αλλάξει ριζοσπαστικά η φιλοσοφία με την οποία αντιλαμβανόμαστε την κοινωνική πρόνοια.
Είναι ένα ζήτημα το οποίο έχει επηρεάσει άμεσα ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού αλλά υπάρχει η καινοτόμα λύση του βασικού εισοδήματος για όλους (γνωστό και ως universal basic income) που προτείνει η Φιλελεύθερη Συμμαχία. Αναμφίβολα πρόκειται για μία πρόταση η οποία απαιτεί σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο αλλά επιλύει πολλαπλά δομικά προβλήματα της δημόσιας διοίκησης καθώς και κοινωνικού σχεδιασμού.
Σε επίπεδο αξιών είναι αδύνατο να απολαύσει κανείς τις φυσικές του ελευθερίες όταν βρίσκεται απομονωμένη/ος από τα κοινωνικά δρώμενα, ενώ ακόμα και αν έχει εξαιρετικές δυνατότητες αδυνατεί να αναζητήσει περαιτέρω εκπαίδευση ή να πάρει κάποιο επιχειρηματικό ρίσκο. Είναι μία αρχή την οποία μοιράζονται σε διαφορετικό βαθμό τόσο οι κλασικοί φιλελεύθεροι όσο και οι σοσιαλ-φιλελεύθεροι.
Εφ’ όσον σε μία ελεύθερη αγορά είναι απαραίτητο να υπάρχει στήριξη των αδυνάτων τόσο μέσω ιδιωτικών πρωτοβουλιών όσο και του κράτους, οφείλουμε να το πράξουμε με τέτοιο τρόπο ώστε να μεγιστοποιείται κάθε ευρώ το οποίο ξοδεύουμε. Χρειάζεται μηδενική γραφειοκρατία, αβεβαιότητα ή αναμονές, καθώς και ελάχιστο λειτουργικό κόστος σε υπαλλήλους. Αυτή τη στιγμή από τα 170 χιλιάδες περίπου επιδόματα που καταβάλλονται κάθε έτος (χώρια οι συντάξεις), μόλις τα 30 λεπτά ανά ευρώ περίπου φτάνουν στον άνθρωπο που τα δικαιούται. Αντίστοιχα στην Δανία λαμβάνουν γύρω στα 70 λεπτά ανά κορόνα. Μπορούμε να τα πάμε καλύτερα ακόμα και σε σχέση με τους Δανούς.
Το να λαμβάνει κανείς επιδόματα δεν συνάδει με κάποια ψυχική απόλαυση όπως ισχυρίζονται πολλοί. Ελάχιστοι απολαμβάνουν το στίγμα του «επιδοματία». Χρειάζεται συνεχής ενημέρωση, υπομονή σε ουρές, αλλά ακόμα και τύχη προκειμένου να ανταποκρίνεται η κατάσταση του αιτηθέντος με τους εκάστοτε όρους των προγραμμάτων που στήνουν οι κυβερνήσεις. Όσοι έχουν οποιαδήποτε περιουσιακό στοιχείο στο όνομά τους ανεξαρτήτως πραγματικού εισοδήματος, γνωρίζουν ακριβώς σε τί αναφέρομαι. Η βοήθεια συνεπώς είναι προσωρινή, οπότε ο κύκλος της πείνας συνεχίζεται και η οικονομία εξακολουθεί να συρρικνώνεται. Ιστορικά οι κυβερνήσεις, δεξιές και αριστερές, ανέκαθεν μοίραζαν φοροαπαλλαγές και επιδόματα σε κοινωνικές ομάδες πριν τις εκλογές προκειμένου να καλύψουν τις διάφορες ατασθαλίες τους.
Αντιθέτως, η έννοια του βασικού εισοδήματος που λαμβάνει σιγά σιγά μεγαλύτερη διάσταση ανά τον κόσμο (τουλάχιστον σε επίπεδο πιλοτικών ερευνών) παρακάμπτει αυτά τα ηθικά καθώς και πρακτικά προβλήματα. Η λογική ακολουθία των παραπάνω μας οδηγεί σε μία λύση η οποία οφείλει να δίνει τα απαραίτητα για την επιβίωση ενός ανθρώπου ανάλογα με την ηλικία, χωρίς να ασχολείται το κράτος με τις επιμέρους συνθήκες στις οποίες βρίσκεται. Ένα βασικό εισόδημα για όλους λοιπόν στη θέση του αφορολόγητου, των επιδομάτων και κρατικών συντάξεων είναι αυτό το οποίο θα εξετάσουμε και στη συνέχεια.
* ο Πέτρος Παρασκευόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Liberal στις 25 Δεκεμβρίου 2018