• Απόδειξη ανικανότητας και αποτυχίας

    Χωρίς καμία έκπληξη ακούσαμε σήμερα τις εξαγγελίες της “φιλελεύθερης” κυβέρνησης Μητσοτάκη σχετικά με το νέο τέλος επιτηδεύματος ύψους 1.444 ευρώ που θα επιβαρύνει 473.000 ελεύθερους επαγγελματίες. Έχοντας εξαγγείλει ήδη προεκλογικά από τις εκλογές του 2019 την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος η ΝΔ, όχι μόνο δεν το κατάργησε, αλλά του δίνει νέο όνομα (ελάχιστο τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα) και ρίχνει στάχτη στα μάτια μας καταργώντας το παλαιό τέλος επιτηδεύματος σταδιακά. Ουσιαστικά, η θέσπιση του νέου χαρατσιού αποδεικνύει την πλήρη αποτυχία και ανικανότητα της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, πρόβλημα γνωστό σε όλους και με λύσεις επίσης γνωστές σε όλους. Αντί η κυβέρνηση να κάνει τη δουλειά της καταφεύγει στην φορολογική εξόντωση πολλών συμπολιτών μας, που είναι απολύτως συνεπείς προς τις φορολογικές τους υποχρεώσεις, επειδή ουσιαστικά αρνείται να κάνει τη δουλειά της, δηλαδή να εντοπίσει την φοροδιαφυγή μέσω τεχνικών ελέγχου προσαύξησης περιουσίας, κίνησης τραπεζικών λογαριασμών και άλλων εμμέσων μεθόδων φορολογικού ελέγχου. Αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής θα είναι να πληγούν ανεπανόρθωτα κάποιοι συμπολίτες μας οι οποίοι καλούνται ουσιαστικά να κλείσουν τα βιβλία τους και να βγουν εκτός αγοράς εργασίας.

    Πιο ανησυχητικό είναι το ότι πλήττονται για μια ακόμη φορά οι πιο αδύναμοι με ένα χαράτσι επί δικαίων και αδίκων: είναι παραπάνω από προφανές ότι η εισαγωγή τεκμαρτού εισοδήματος συνιστά τεράστιο πλήγμα στους πολίτες που δε μπορούν ή/και δεν θέλουν να δουλέψουν πλήρες ωράριο, επιτείνοντας τις ανισότητες σε βάρος των γυναικών και των ηλικιωμένων. Για μια ακόμη φορά, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αποδεικνύει ότι η αντίληψή της για την ισότητα και τη συμπερίληψη εξαντλείται σε προσχηματικές αναφορές.

    Η Φιλελεύθερη Συμμαχία σημειώνει επίσης με απογοήτευση το γεγονός ότι οι ανακοινώσεις των ‘προοδευτικών’ κομμάτων ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ για το ζήτημα δεν κάνουν την παραμικρή αναφορά στις παραπάνω εξόφθαλμες διακρίσεις. Αντί λοιπόν η κυβέρνηση να καταστρέφει με τον πιο αισχρό τρόπο τις ζωές πολλών συμπολιτών μας, προτείνουμε σε αυτή να χρησιμοποιήσει την τεχνολογία για να συλλάβει τη φοροδιαφυγή, όπως έχουν κάνει τόσες και τόσες χώρες στον σύγχρονο κόσμο.

  • Η ελληνική οικονομία και το δημόσιο χρέος στην μετά-COVID19 εποχή

    Σας προσκαλούμε στη διαδικτυακή μας εκδήλωση – συζήτηση την Πέμπτη 17/02 και ώρα 21:00, με θέμα: “Η ελληνική οικονομία και το δημόσιο χρέος στην μετά-COVID εποχή”.

    Ομιλητές θα είναι οι κ.κ.: Κωνσταντίνος Γάτσιος, Καθηγητής Οικονομικών Επιστημών, πρώην Πρύτανης Ο.Π.Α. και Γεώργιος Προκοπάκης, Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Pennsylvania, Σύμβουλος Επιχειρήσεων.

    Η συζήτηση θα διεξαχθεί μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας Zoom.

    Ο σύνδεσμος σύνδεσης βρίσκεται εδώ.

    Meeting ID: 845 0372 7215

    Passcode: 289247

  • Σαφώς και θα το πολιτικοποιούμε, κ. Μπακογιάννη

    Ο καινούριος χρόνος δεν έκανε καλό ποδαρικό. Η πανδημία είναι στο φόρτε της και ο κόσμος έχει κουραστεί από την πολύμηνη ισχύ των αυστηρών υγειονομικών μέτρων. Οι ΜΕΘ είναι γεμάτες και κάθε μέρα που περνάει  μετράμε, κατά μέσο όρο, γύρω στις 70 ανθρώπινες απώλειες. Η φετινή αλλαγή του χρόνου συνοδεύτηκε όμως από ένα μούδιασμα και για ένα επιπλέον λόγο. Η απόφαση του Δημάρχου Αθηναίων κ. Μπακογιάννη  για την πραγματοποίηση της πρωτοχρονιάτικης φιέστας με τον Σάκη Ρουβά στο λόφο του Λυκαβηττού και χωρίς παρουσία κοινού, άναψε αντιδράσεις. Μια υπέρογκη, χρυσοπληρωμένη από τις τσέπες των Ελλήνων φορολογουμένων, 17λεπτη ‘γιορτή’. Οι ενστάσεις για αυτή την πρωτοβουλία της δημοτικής αρχής είναι απόλυτα δικαιολογημένες.   

    Είναι γνωστό ότι ανισορροπίες στην αγορά δημιουργούνται όταν διαταράσσεται ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης. Όταν έχεις ρίξει χρήμα για να προσφέρεις ένα αγαθό το οποίο όμως δεν ανταποκρίνεται στη ζήτηση του αγοραστικού κοινού, θα βρεθείς ζημιωμένος. Κάπως έτσι λοιπόν βρέθηκε ζημιωμένος και ο κ. Μπακογιάννης μετά από όλη αυτή την ιστορία. Πρόσφερε, με τη συνέργεια του κ. Ρουβά, ένα παράλογα υπερκοστολογημένο θέαμα το οποίο οι Αθηναίοι δημότες ουδέποτε ζήτησαν να έχουν. Ήταν ένα θέαμα περιττό γιατί έτσι κι αλλιώς οι παραγωγές της δημόσιας τηλεόρασης ετοιμάζουν κάθε παραμονή Πρωτοχρονιάς εορταστικά προγράμματα, γυρισμένα σε τηλεοπτικά στούντιο. Υπήρχε ένα ήδη έτοιμο τηλεοπτικό προϊόν και δε χρειαζόταν να ξοδευτούν 215000 ευρώ για ένα ακόμα.

    Η μομφή είναι βαριά για τον κ. Μπακογιάννη. Δεν είναι μόνο ότι με αυτή την πρωτοβουλία παραβίασε το βασικότερο κανόνα οικονομικής ισορροπίας και ορθολογικότητας. Είναι ότι σπατάλησε δημόσιο χρήμα την ίδια στιγμή που το κόμμα το οποίο τον στήριξε είχε κάνει προεκλογική  σημαία τη μάχη για οικονομικό εξορθολογισμό.  Προσπαθώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, όταν ρωτήθηκε πώς νιώθει για τις αντιδράσεις, δε δίστασε να πει ότι ‘είναι ένα θέμα το οποίο δε χρειάζεται να το πολιτικοποιούμε’. Μέσα σε αυτή τη δήλωση κρύβεται όλος ο πανικός του. Σαφώς και χρειάζεται να το πολιτικοποιούμε, κ. Μπακογιάννη. Σαφώς και θα ασκούμε κριτική για την ορθή ή μη αξιοποίηση του δημοσίου χρήματος. Με βάση αυτό το κριτήριο θα αποφασίσουμε στις επόμενες  δημοτικές εκλογές αν  θα σας επανεκλέξουμε ή όχι στο δημαρχιακό θώκο.

    Δυστυχώς η ζημιά που έγινε έχει πολλές εκφάνσεις. Χωρίς ενσυνείδητη, θέλουμε να πιστεύουμε, επίγνωση, ο Δήμαρχος Αθηναίων διέπραξε ένα επιπλέον επικοινωνιακό ατόπημα. Ανέβασε στη φαντασμαγορική σκηνή παιδιά της χορωδίας από την Κιβωτό του Κόσμου. Θα ήταν προτιμότερο να έμεναν τα παιδιά μακριά από αυτή την ιστορία. Ο κ. Μπακογιάννης προέβη σε κάτι που θα μπορούσαμε να το αποδώσουμε με τον όρο kidwashing, ξέπλυμα δηλαδή των αρνητικών αντιδράσεων για τη 17λεπτη εκδήλωση μέσω της προβολής παιδιών. Ήταν μια επικοινωνιακή στρατηγική που στόχευσε να ανακινηθεί η ευαισθησία μας παρακολουθώντας την όμορφη παρουσία των παιδιών πάνω στη σκηνή και κατ’ επέκταση,  να μετριάσουμε τις αρνητικές μας αντιδράσεις για το κόστος της εκδήλωσης. 

    Την ίδια στιγμή που το σόου του Ρουβά εκτυλισσόταν στο πάρκινγκ του Λυκαβηττού μεγάλο πλήθος κόσμου συνωθούνταν στο Σύνταγμα, χωρίς τήρηση των υγειονομικών μέτρων. Η Δημοτική Αρχή της Αθήνας οφείλει να εξηγήσει αν χάραξε μια στρατηγική για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, αν βρέθηκε απροετοίμαστη απέναντι σε όλο αυτό ή αν αδιαφόρησε.

    Είναι  τέλος πολύ λυπηρό που για άλλη μια φορά, με την αυγή του νέου χρόνου, βάλλεται ένα από τα πολυτιμότερα κεκτημένα των φιλελεύθερων δημοκρατιών: η ελευθερία της έκφρασης. Καλλιτέχνες που τόλμησαν να ασκήσουν κριτική για την πρωτοχρονιάτικη φιέστα είδαν τα προφίλ τους στα social media να εξαφανίζονται. Όσο συνεχίζεται η καταπάτηση αυτής της ελευθερίας, τόσο θα συνεχίσουμε να την επισημαίνουμε. Και θα έρθει κάποτε η ώρα των δημοτικών εκλογών που θα γίνει η αποτίμηση των πεπραγμένων. Ας ελπίσουμε ότι ο κ. Μπακογιάννης δε θα μας εκπλήξει με δήλωση ότι δε χρειάζεται να πολιτικοποιούμε και τις εκλογές.

    * Ο Κώστας Παπουτσάκης είναι θεραπευτής στο χώρο των εξαρτήσεων (18 Άνω – Ψ.Ν.Α.), και μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας.

  • Το 2% μερτικό μας στη χαρά

    Εδώ και χρόνια, υπάρχει μια επιδημία που βάζει εμπόδια σε οποιαδήποτε αναπτυξιακή προσπάθεια στη χώρα: αυτή, δεν είναι άλλη από τον οικονομικό αγώνα των επιχειρήσεων να ορθοποδήσουν και να δημιουργήσουν για το οικοσύστημα τους προοπτική σε μια κοινωνία που παλεύει με τη χρεωκοπία, την πανδημία, το κλίμα πολιτικής πόλωσης και την κακή εμπειρία του παρελθόντος, σύμφωνα με την οποία το χρήμα ερχόταν σε μεγάλο βαθμό με τη μορφή επιδοτήσεων και χρηματοδοτικών πακέτων από το εξωτερικό, χωρίς απαραίτητα να είναι αποτέλεσμα εγχώριας, αυτόφωτης παραγωγικής διαδικασίας.  Σε όλα τα παραπάνω, χρειάζεται να ρίξουμε μια γερή ματιά στην ψυχολογική κατάσταση των ανθρώπων που κρατούν με τα χέρια τους την οικονομία της χώρας, τους δημιουργούς του ιδιωτικού τομέα, που δεν έχουν μόνο πληγεί οικονομικά αλλά πολύ περισσότερο σε σχέση με την ουσία της εργασίας τους, αφού αυτή έχει υποστεί κατακλυσμιαίες αλλαγές τις οποίες δεν ήταν έτοιμοι να βιώσουν ενώ ο κονιορτός των μεταβολών δεν έχει κατακαθίσει με τρόπο που να τους διευκολύνει να ανακτήσουν κάποιον υποτυπώδη έλεγχο.  Απέναντι σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα κι ενώ ο κορονοϊός θερίζει τις ζωές και την διαμόρφωση της καθημερινότητας εκατοντάδων ανθρώπων, το συμβούλιο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ενέκρινε την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από τις αρχές της νέας χρονιάς, εκτιμώντας αφενός ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορούν να το αντέξουν, αφετέρου ότι η αύξηση θα στηρίξει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, ενισχύοντας την ελπίδα για μια τηλεοπτικά κοινότοπη «κίνηση της αγοράς».

    Αν αφήσουμε στην άκρη το σοκ των εντυπωσιακών προβλέψεων για το τι θα καταφέρουμε ή δεν θα καταφέρουμε να αντέξουμε στο μέλλον, πράγμα που εξαρτάται από δεκάδες παράγοντες, όπως ας πούμε από το πόσες επιχειρήσεις θα παραμείνουν ανοιχτές, κερδοφόρες και ικανές να πληρώνουν το ρεύμα τους μέχρι το τέλος της δοκιμασίας του κορονοϊού (παράδειγμα που με τη σειρά του επηρεάζεται από ακόμα περισσότερες παραμέτρους, όπως από το πόσο γρήγορα η ελληνική, οικογενειακά σκληροπυρηνική επιχείρηση θα μεταβολίσει τους κραδασμούς σε έργο ενώ ουδέποτε εκπαιδεύτηκε – από τους πρωθυπουργούς που ψήφιζε – στο να το πράττει ολομόναχη), αυτό που μπορούμε να σημειώσουμε είναι ότι, ναι, οι αυξήσεις μισθών είναι ασυνείδητα συνδεδεμένες με ένα αίσθημα αγαλλίασης για τους αποδέκτες.  Γι’ αυτό άλλωστε και εξαγγέλλονται: πρόκειται για εξαγγελίες-τσιρότα στη μόνιμα ανοιχτή πληγή της οικονομίας που αιμορραγεί.  Σε ενδεικτική έρευνα που κάλυπτε τα έτη 2011-2019 στην Αμερική, ένα 10% αύξησης στον κατώτατο μισθό συσχετίστηκε με μια 0.4–0.5% μείωση στην οικονομική απελπισία που οδηγεί σε καταχρήσεις (αλκοόλ, ψυχοδραστικές ουσίες) ανάμεσα στην κοινωνική ομάδα των χαμηλόμισθων, ανειδίκευτων εργατών, χωρίς όμως αυτό απαραίτητα να οδηγεί στη συνολική βελτίωση της ψυχολογικής κατάστασης τους ή σε γενικευμένα, ασφαλή συμπεράσματα που αφορούν στη σχέση αύξησης κατώτερου μισθού και ψυχικής υγείας.  Παρόμοιες έρευνες καταγράφουν τάσεις στον τρόπο με τον οποίο οι εργαζόμενοι αντιλαμβάνονται την αύξηση του κατώτερου μισθού, αλλά δεν υπάρχουν πορίσματα για μακροχρόνια λειτουργία της επίδρασης που έχει η είδηση της προς-τα-πάνω αλλαγής στη συνολική πορεία της ζωής ενός εργαζόμενου, πόσο μάλλον στην Ελλάδα της έλλειψης στατιστικών στοιχείων.  Προς το παρόν, η χαρά διαρκεί λίγο και αφορά σε αυτούς που λαμβάνουν την αύξηση.   

    Τι γίνεται όμως με την ψυχική υγεία αυτών που καλούνται να καταβάλλουν τους μισθούς;  Στη χώρα μας ουδέποτε ρωτήθηκε, συνεντευξιάστηκε ή κλήθηκε να καταθέσει την τραγική εμπειρία του ο Έλληνας ελεύθερος επαγγελματίας που αναλαμβάνει τον άχαρο ρόλο του εργοδότη που συνεχώς ρίχνει χρήμα σε ένα κρατικό κουβά χωρίς πάτο και που πιθανότητα υποφέρει εξίσου από εξαρτήσεις ενώ κινδυνεύει από το λεγόμενο «death of despair» τον επαγγελματικό ή/ και κυριολεκτικό αφανισμό του.  Με την ελληνική μικρομεσαία επιχείρηση να συρρικνώνεται σε ανθρώπινο κεφάλαιο, πόρους και δυναμική, δεν έχουμε πλάνο για το πώς αυτή θα λειτουργήσει στην μετά-covid19 εποχή, δηλαδή για το αν θα μπορεί να σταθεί στα πόδια της, θα χρειαστεί ενισχύσεις ή θα τινάξει από πάνω της την κρατική μπουκάλα οξυγόνου για να αναπνεύσει ελεύθερα.  Οι κοινωνικοί και επιστημονικοί φορείς (από τη λίστα των οποίων με λύπη μου διαπιστώνω ότι απουσιάζει το σώμα των ψυχολόγων) που ερωτήθηκαν στο παρελθόν, πάντως, δεν εξέφρασαν αισιοδοξία για οποιαδήποτε πρόταση που περιλαμβάνει τη λέξη «αύξηση», όταν μάλιστα αυτή οδηγεί σε αρνητικούς συνειρμούς που καταλήγουν αργά και βασανιστικά στον εργασιακό τάφο. 

    Από την αύξηση του ιικού φορτίου και την αύξηση των περιοριστικών μέτρων, στις αυξήσεις στην ενέργεια, στα αγαθά πρώτης ανάγκης και στην αύξηση του μισθού, όλα τώρα τελευταία μοιάζουν ανηφορικά.  Είναι όμως το μήνυμα για τον καινούριο χρόνο ένα μήνυμα χαράς;  Ίσως θα μπορούσε να γίνει, αν τερματιζόταν ο υποβιβασμός του επιχειρηματικού τοπίου σε σύνολο από μπακάλικα στα οποία, γράψε-σβήσε στο τεφτέρι, επιτρέπουμε να φυτοζωούν.  Αν υπήρχε αναπτυξιακή πολιτική για την διασφάλιση της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων.  Αν κατανοούσαμε το ελληνικό εργασιακό τοπίο με τρόπους που απαντούν σε ψυχολογικές ανάγκες και τη συνολική φροντίδα της υγείας, για εργοδότες και εργαζομένους: αν είναι να μιλήσουμε για ψυχολογία, ας το κάνουμε συμπεριληπτικά.  Και τελικά, αν δεν εστιάζαμε στη χαρά του 2%, που φαντάζει σαν ληγμένη μπαταρία συσκευής, αλλά στη διάρκεια, στην αντοχή και στην επανοικοδόμηση της αγοράς, πολύ πριν εισηγηθούμε την κατανάλωση της..

    * Η Δέσποινα Λιμνιωτάκη είναι Πρόεδρος της Φιλελεύθερης Συμμαχίας. Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στο marketnews.gr, στις 30 Δεκεμβρίου 2021.

  • Ο χρόνος είναι χρήμα και άλλα γνωμικά που μας κάνουν δυστυχισμένους

    Συνειδητοποιώ ότι υπάρχουν δυο μεγάλες ομάδες ανθρώπων που συνδέουν τον χρόνο τους με την απόκτηση ή την διατήρηση χρημάτων.  Όσοι πιστεύουν ότι η ζωή είναι μικρή για να μη δίνουν περισσότερη βαρύτητα στο χρόνο που περνάει, αφιερώνοντας τεράστια διαστήματα στον εαυτό τους και στις προσωπικές τους ενασχολήσεις, εισάγοντας την έννοια της βραδύτητας σε αυτά που κάνουν, γυρνώντας την πλάτη στους φρενήρεις ρυθμούς της συσσώρευσης αγαθών.  Και οι υπόλοιποι.  Όλοι εμείς δηλαδή που ζούμε για να υπολογίζουμε πόσα ευρώ ή points χωράνε στη μέρα, έχοντας υπογράψει συμβάσεις ή κάνει συμφωνίες που μετρούν το νόημα της ζωής με τα δευτερόλεπτα της ώρας.  Εμάς τους τελευταίους – κυριολεκτικά και μεταφορικά – μας λες και ντηλιβεράδες της καθημερινότητας, ανθρώπους που φέρνουμε στην πόρτα σου όλων των ειδών τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες, από σουβλάκια μέχρι τεχνολογικό σχεδιασμό και από μαθήματα γλωσσών μέχρι συνεδρίες ενσυνειδητότητας για όσους τρέφουν την ψευδαίσθηση ότι το Ελληνικό σύστημα σου επιτρέπει να κάθεσαι mindful πίνοντας τσάι στον κήπο.    

    Ένα πουλάκι έχει ψιθυρίσει στο αυτί όλων μας ότι το μέλλον ανήκει στους διανομείς (αν και, για να είμαστε ειλικρινείς, είναι πολύ δύσκολο να σου ανήκει οτιδήποτε όταν δεν έχεις στα χέρια σου την ελευθερία του πώς θα το διαχειριστείς) γι’ αυτό και πληθαίνουν οι πλατφόρμες παραγγελιών με τις οποίες π.χ. γλιτώνεις χρόνο από το να επισκεφτείς τον μανάβη της γειτονιάς, μόνο και μόνο για να πουληθεί αργότερα σε σένα από τους life coach ως προϊόν η πολύτιμη συμβουλή ότι, αν αρχίσεις να ξαναβάζεις στη ζωή σου τις επισκέψεις στους μανάβηδες, μπορεί τελικά και να αισθανθείς πιο ευτυχισμένος. 

    Η ουσία είναι ότι όλοι χρειάζεται να πληρώνουμε φόρους και λογαριασμούς, ποταπές υποχρεώσεις που μας απομακρύνουν από τον αληθινό μας εαυτό.  Διότι, σαφέστατα, αν είχαμε λύσει το βιοποριστικό μας μπορεί σήμερα να αναφωνούσαμε «φάτε παντεσπάνι» στους ανθρώπους που μάχονται για μια συνολικότερη ποιότητα στις καθημερινές μας συνδιαλλαγές.  Ευτυχώς,  ακόμα υπάρχει – έστω και ως πολιτικοφιλοσοφικό εδάφιο – εκείνη η ποιότητα που δεν μετριέται από τους χρήστες εφαρμογών σε διαδικτυακά αστεράκια, αστεράκια που σε απαλλάσσουν από την κοινωνική ευθύνη της συνδιαμόρφωσης περιβάλλοντος εργασιακής κουλτούρας ενόσω αξιολογείς υψηλά το αν ένα ταξί έχει γουάι φάι ή αν ένας εργαζόμενος έχει λιγότερο ρομποτική συμπεριφορά.  Ήταν ωστόσο απολύτως απαραίτητο να μπει στο λεξιλόγιό μας ο όρος free lancer, μία υπερκούλ ψευδαίσθηση για τα εγχώρια δεδομένα ότι, όχι μόνο έχεις επιλογές ως προς το πώς θα διαμορφώσεις την επαγγελματική σου καθημερινότητα με τρόπο που δεν υποστηρίζεται νομικά, αλλά μπορείς και να το απολαύσεις!  Ναι, μη είσαι αχάριστος: είναι μαγκιά να είσαι free lancer εκεί που δεν έχουμε ακόμα συμφωνήσει για το αν είναι αυτοκτονικό να είσαι ελεύθερος επαγγελματίας ή αν θα πρέπει να το κλείσουμε το ρημάδι και να κοιτάξουμε να γραφτούμε στην κλαδική κανενός κόμματος της προκοπής.  

    Φυσικά το free lancing δεν έρχεται χωρίς τις ψυχοκοινωνικές του επιπτώσεις τις οποίες είναι το ίδιο επικίνδυνο να αγνοήσουμε με το να θεωρούμε λανθασμένα ότι η οικονομία έρχεται αποκομμένη από τον τρόπο που «νιώθουμε» και επενεργούμε στα πράγματα.  Για παράδειγμα, η ρευστότητα της αγοράς εργασίας, οι διαρκείς αλλαγές και η αίσθηση ότι όχι απλά είσαι αναλώσιμος αλλά υπάρχουν ολόκληροι σχολιαστές στα κοινωνικά δίκτυα που επιμένουν ότι θα πρέπει να κάνουμε τους ανθρώπους να συνεχίσουν να αισθάνονται αναλώσιμα μηδενικά στον αντίποδα της εμμονής για διορισμούς, έχει αποδειχθεί ότι οδηγεί σε μια ιδιαίτερη φτώχεια μέσα στη συνολικότερη ένδεια που μας δέρνει: τη φτώχεια της αδυναμίας να αναπτυχθείς εσωτερικά και εξωτερικά.  Μερικοί ίσως σοκαριστούν με την ιδέα ότι η ανάπτυξη ή η επιθυμία αυτής ξεκινάει από το μυαλό μας.  Είναι που επί χρόνια φροντίζουμε να να καταπνίγουμε εγκαίρως οποιαδήποτε τέτοια κλίση μπορεί να εμφανίσει κάποιος.  Ναι, η απουσία επιλογών είναι ολέθρια για την ψυχολογία, αν όμως πείσεις τους ανθρώπους ότι μπορούν να καταφέρουν πράγματα με τη δύναμη του νου (όπως λένε και στα τηλεπαιχνίδια «δεν ξέρω αν το θέλεις πολύ»), τότε βγάζεις από πάνω σου την ευθύνη των αληθινών μεταρρυθμίσεων και την μετατοπίζεις στους εργαζόμενους-ανέργους, δηλαδή στους free lancers. 

    Είσαι «μάστερ του πεπρωμένου σου» όπως έγραφαν οι  Susan Ashford και Ruth Blatt από το πανεπιστήμιο του Michigan πριν ανακαλύψουν ότι η υποτιθέμενη εργασιακή «ελευθερία», όταν δεν υπάρχει διέξοδος διαφυγής, όταν δηλαδή το free lancing δεν αφορά σε κάποιο βραχυπρόθεσμο project που έχεις αναλάβει παράλληλα με τον κύριο κορμό της δουλειάς σου, είναι κάτι που σε βουλιάζει στην απόγνωση και στην εμμονή με τα φραγκοδίφραγκα.  Είναι ολέθριο για την ταυτότητα σου ως εργαζόμενος και ως άνθρωπος που χρειάζεται να λειτουργήσει μέσα σε ομάδες εμπιστοσύνης και αλληλοϋποστήριξης.  Κατατρώει τις διαπροσωπικές σου σχέσεις αν υποθέσουμε ότι έχεις το κουράγιο να κουράρεις διαπροσωπικές σχέσεις καθώς, όπως είπαμε και στην εισαγωγή αυτού του άρθρου, χρειάζεται ελεύθερος χρόνος γι’ αυτό.  Τέλος, η τοξικότητα του να κυνηγάς πάντα τα αστεράκια της πλατφόρμας είναι κάτι που ελπίζω και εύχομαι να αναγνωριστεί σε μερικά χρόνια, με τον τρόπο που δύο δεκαετίες πριν ο κόσμος είχε τρελαθεί με τη «θετική ενέργεια», μόνο και μόνο για να έρθει σήμερα στα λόγια μας και στα σύγκαλα του και να ονομάσει την πάση-θυσία-ευτυχία, toxic positivity.  Κάλλιο αργά παρά ποτέ. 

    Είμαστε μια χώρα χωρίς πρόσωπο που περαιτέρω μαϊμουδίζει τάσεις που αποπροσωποιούν την κοινωνική μας αντίληψη και εμπειρία.  Σπανίως μαθαίνουμε τις ιστορίες πίσω από τους εργαζόμενους σε διάφορα πόστα αλλά θεωρούμε ότι όλες οι εργασιακές προτάσεις και συνθήκες μπορούν να ειδωθούν από την πλευρά των επιλογών που έχει κάποιος και όχι ως αποτέλεσμα μη-ύπαρξης ικανών επιλογών, ως αποτέλεσμα χρόνιων αδιεξόδων.  Δεν μπορείς να εξαίρεις το free lancing αν δεν είσαι διατεθειμένος να παραδεχθείς πράγματα για την αυτοαπασχόληση.  Δεν μπορείς να προτείνεις, όταν η ιδέα σου για το free lancing προέρχεται από τις έρευνες των part time εργαζομένων σε χώρες διαφορετικές από τη δική σου.  Μια νέα ομάδα εργαζομένων γεννιέται με την λεγόμενη gig economy αλλά το μόνο που έχεις να προτείνεις είναι να κολυμπήσουμε.  Λυπάμαι αλλά δεν θα ακούσω την υπεραπλουστευτική σου εκδοχή.

    Η Δέσποινα Λιμνιωτάκη είναι Πρόεδρος της Φιλελεύθερης Συμμαχίας.

  • Κατάργηση των τεκμηρίων διαβίωσης τώρα!

    Με αφορμή το καταστροφικό οικονομικά 2020 για μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας, η Φιλελεύθερη Συμμαχία καλεί την κυβέρνηση της ΝΔ να καταργήσει άμεσα τα τεκμήρια διαβίωσης και να σταματήσει τη δήμευση της περιουσίας των πολιτών που έκαναν το τραγικό λάθος να έχουν ένα σπίτι, ένα αυτοκίνητο ή να στέλνουν το παιδί τους σε ιδιωτικό σχολείο (αφαιρώντας το σχετικό βάρος από τον κρατικό προϋπολογισμό της Παιδείας).
    Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, το μέτρο των τεκμηρίων διαβίωσης ήταν ένα μέτρο καταστροφικό για εκατομμύρια συμπολίτες μας, πολλοί από τους οποίους  οδηγήθηκαν στην υπερφορολόγηση και την οικονομική εξαθλίωση.
    Στο υπολογισμό αυτού του φανταστικού εισοδήματος δεν έπαιζε βεβαίως κανένα απολύτως ρόλο το αν οι θιγόμενοι είχαν χάσει την εργασία τους ή είχαν κλείσει την επιχείρηση τους, αφού το καφκικό μέτρο των τεκμηρίων διαβίωσης δεν αναγνώριζε τέτοιου είδους “εξαιρετικές” περιστάσεις που όμως δυστυχώς αποτελούσαν και αποτελούν καθημερινότητα για πολλούς συμπολίτες μας.
    Καλούμε την κυβέρνηση να καταργήσει άμεσα το απάνθρωπο αυτό μέτρο!

     

  • ΑΜΕΣΗ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΔΙΑΦΟΡΑΣ

    Η κύρια αιτία της χρεωκοπίας της χώρας, το χρεοκοπημένο ασφαλιστικό σύστημα, ξαναχτυπά.  Σε μια παραπαίουσα ελληνική οικονομία, που αναμένει ύφεση της τάξεως του 10% το 2020, οι αξιότιμοι δικαστές του ΣτΕ αποφάσισαν για μια ακόμη φορά να υποκαταστήσουν την εκτελεστική εξουσία και να απονείμουν αναδρομικά σε όσους προσέφυγαν για το διάστημα των 11 μηνών πριν την δημοσίευση του Νόμου Κατρούγκαλου. 

    Η κυβέρνηση ενεργοποιώντας άμεσα τα πελατειακά της αντανακλαστικά φαίνεται ότι αποφασίζει να απονείμει τα αναδρομικά στο σύνολο των συνταξιούχων, πέρα των όσων προσέφυγαν στα δικαστήρια με το ύψος της δαπάνης να υπολογίζεται στα 3,9 δισ. ευρώ (και χωρίς να υπολογίζεται το κόστος για τους συνταξιούχους δημοσίους υπαλλήλους, η κρίση για τους οποίους αναμένεται από το Ελεγκτικό Συνέδριο).  Σε αυτό το πλαίσιο υπενθυμίζουμε ότι η κυβέρνηση της ΝΔ (όπως προηγουμένως η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ) δεν προέβησαν στην κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, όπως προβλεπόταν στο Νόμο Κατρούγκαλου να γίνει από τις αρχές του 2019.  Η μη κατάργηση της προσωπικής διαφοράς παραβιάζει κατάφωρα την αρχή της ισότητας, δημιουργώντας 2 κατηγορίες συνταξιούχων, τους προ και μετά Νόμου Κατρούγκαλου, που αμείβονται διαφορετικά παρότι μπορεί να έχουν τις ίδιες εισφορές-χρόνια. 

    Εφόσον λοιπόν η κυβέρνηση της ΝΔ θέλει να μοιράσει λεφτά που ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ στους συνταξιούχους, την καλούμε ΑΜΕΣΑ να καταργήσει την προσωπική διαφορά και να αποκαταστήσει την μεγαλύτερη αδικία του σημερινού ασφαλιστικού συστήματος, βοηθώντας στην διατήρηση της όποιας βιωσιμότητας του.  H ανάπτυξη με το παραγωγικό μοντέλο της ανοιχτής κοινωνίας και της ελεύθερης αγοράς που προτείνει η Φιλελεύθερη Συμμαχία είναι ο μόνος τρόπος για καλύτερους μισθούς και καλύτερες συντάξεις.

  • Ισχυροποίηση ή κρίση χρέους;

    Του Ολύμπιου Ράπτη*

    Όταν ΜΜΕ, πολιτικοί αριστερά και δεξιά και ο μέσος πολίτης θριαμβολογούν που «θα πέσει χρήμα στην αγορά από τις Βρυξέλλες», οι ιδεοληπτικοί και ανάλγητοι φιλελεύθεροι αναρωτιόμαστε: από πού θα έρθουν τα λεφτά, αν όχι από την ίδια την αγορά, και με τι κόστος για τις επόμενες γενιές;

    Η ανησυχία, ωστόσο, αγαπητοί αναγνώστες και αναγνώστριες, δεν είναι τόσο για την Ελλάδα, γιατί τουλάχιστον στην περίπτωση αυτή τα ποσά που θα κληθεί να επιστρέψει θα είναι πολύ λιγότερα από αυτά που θα καρπωθεί (το πώς θα «απορροφηθούν» είναι άλλο θέμα). Η ανησυχία είναι μακροπρόσθεσμα για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οδεύουμε προς ισχυροποίηση της Ε.Ε. ή προς κρίση χρέους που θα την αποδυναμώσει σταδιακά;

    Ας δούμε τους λόγους ανησυχίας έναν προς έναν:

    1. Καμία επίσημη ή ανεπίσημη πρόταση αύξησης δαπανών της Ε.Ε. δεν αναφέρει το προσδοκώμενο ή επιθυμητό έλλειμμα.

    Είτε μιλάμε για την πάγια αρχή της Ένωσης Ευρωπαίων Φεντεραλιστών (UEF) ότι η Ε.Ε. πρέπει να έχει αυξημένους ίδιους πόρους (δηλ. πανευρωπαϊκοί φόροι και δανεικά) προκειμένου να μην εξαρτάται από τα κράτη-μέλη της για τη χρηματοδότηση της λειτουργίας της, είτε για τα 500 δισ. από την ιστορική συμφωνία Μέρκελ – Μακρόν, είτε για τα 2 τρισ. του Ευρωκοινοβουλίου (φήφισμα 15/5/2020), είτε για τη συμβιβαστική πρόταση της Επιτροπής για 750 δισ. (που θα αποτελέσει το αντικείμενο διαπραγματεύσεων από τα κράτη-μέλη στο Συμβούλιο), εντοπίζουμε παντού μία θεμελιώδη ασάφεια: Πουθενά δεν υπάρχει έστω και η παραμικρή αναφορά στο προσδοκώμενο κόστος αποπληρωμής των νέων ιδίων πόρων της Ε.Ε. που θα μαζευτούν μέσω ομολόγων και το εκτιμώμενο ή επιθυμητό ετήσιο έλλειμμα.

    Αυτά που δημοσιεύονται στην πρόταση της Επιτροπής είναι μονάχα:

    α) ο μαθηματικός τύπος υπολογισμού των κεφαλαίων προς διάθεση ανά κράτος-μέλος (32 δισ. για την Ελλάδα συνολικά), β) οι υπολογισμοί από τα προσδοκώμενα έσοδα από την πρόσθετη φορολογία με τη ρητή επισήμανση ότι:

    – είναι «κατ’ εξαίρεση και προσωρινοί» – κανένας νέος δανεισμός μετά το 2024 (ποιος το πιστεύει, αλήθεια, ειδικά αν επιτευχθεί αρχικά θεαματική ανάπτυξη;),

    – «θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αποπληρωμή», όχι ότι θα είναι σίγουρα αρκετοί για την αποπληρωμή –
    η Επιτροπή θα προτείνει μέσα στην περίοδο 2021-2027 πρόσθετους νέους ίδιους πόρους μέσω φορολογίας (πέραν αυτών που προτείνει τώρα),

    – τα κράτη-μέλη σε κάθε περίπτωση θα αρχίσουν να αποπληρώνουν τα ομόλογα με βάση το ποσοστό συμμετοχής τους στον προϋπολογισμό της Ε.Ε. μετά το 2027 και, για να καμφθούν οι αντιστάσεις διαφόρων κρατών-μελών, τα περίφημα rebates, όπως αυτά που είχε κερδίσει η Βρετανία, θα καταργηθούν σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου απ’ ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί.

    2. Τα όποια ελλείμματα της Ε.Ε. θα καλυφθούν αποκλειστικά ή κυρίως από νέους φόρους, όχι μειώσεις δαπανών.

    Το σημείο αυτό είναι θεμελιώδους σημασίας. Αν θέλουμε οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης να δώσουν άριστη βαθμολογία στα ομόλογα μακράς διαρκείας της Ε.Ε. -ώστε να έχει και νόημα το εγχείρημα- θα πρέπει τα έσοδα να καλύπτουν επαρκώς τα έξοδα. Αλλά, όπως είδαμε με την περίπτωση της Ελλάδας, που έκανε τα αντίθετα από την Κύπρο και την Ιρλανδία, ειδικά κατά τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η κάλυψη των ελλειμμάτων αποκλειστικά ή κυρίως μέσω αύξησης φορολογίας είναι συνταγή οδυνηρής ύφεσης και ανεργίας. Ο πρόσφατα εκλιπών οικονομολόγος Alberto Alesina είχε αποδείξει πως η μείωση δημοσίων δαπανών αντί της αύξησης φόρων είναι και πιο αποτελεσματική και λιγότερο δαπανηρή. Δυστυχώς η κουβέντα αυτή, ωστόσο, δεν μπορεί καν να μπει στο τραπέζι ως εναλλακτική, γιατί το σημείο εκκίνησης είναι η δημιουργία νέου χρέους – «ομοσπονδιακού» χρέους.

    3. Ακόμα και αν γίνουν αποδεκτοί (δύσκολο), οι νέοι φόροι ίσως να μην αποδώσουν, προκαλώντας και δημοσιονομικό έλλειμμα και έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

    Η φορολογία, ως πεδίο πολιτικής, απαιτεί διπλή ομοφωνία στο Συμβούλιο των κρατών-μελών της Ε.Ε. Ομοφωνία αρχικά για να ενταχθεί ένα θέμα προς συζήτηση και ομοφωνία στην έγκρισή του.

    Με τη στήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του Ευρωκοινοβουλίου (Κεντροδεξιοί, Φιλελεύθεροι, Πράσινοι, Κεντροαριστεροί, ακόμα και ευρωσκεπτικιστές), η Επιτροπή λοιπόν προτείνει να εισαγάγει νέα, τύποις «ομοσπονδιακή», φορολογία σε ευρωπαϊκό επίπεδο -πρόσθετα με τις υπάρχουσες εθνικές- στοχεύοντας σε έσοδα από:

    – εταιρείες της ψηφιακής οικονομίας (που ομολογουμένως φοροδιαφεύγουν),

    – δεκάδες χιλιάδες εταιρείες με τζίρο άνω των 750 εκατ. ευρώ/χρόνο, επειδή «επωφελούνται από την πρόσβαση στην κοινή αγορά», καθώς και

    – περιβαλλοντικούς φόρους.

    Την περίοδο αυτή, η Επιτροπή έχει ξεκινήσει τις κρούσεις στα κράτη-μέλη να αποδεχθούν ότι 70.000 εταιρείες μεγάλου τζίρου θα δίνουν ετησίως ένα σταθερό ποσό υπέρ της Ε.Ε. Πώς θα πεισθούν τα κράτη-μέλη, όχι μόνο αυτά που εφαρμόζουν φιλελεύθερες πολιτικές, όπως η Ολλανδία, αλλά και εκείνα που ήδη επιβάλλουν υψηλούς συντελεστές εταιρικής φορολογίας, αν φοβούνται ότι θα αντιμετωπίσουν φυγή κεφαλαίων;

    Οπως έχουμε δείξει και στο παρελθόν, τα προσδοκώμενα ποσά ενδέχεται και να μην είναι καν ρεαλιστικά. Ακόμα και αν είναι όμως, ίσως να μην αρκούν για να καλύψουν το έλλειμμα, αλλά αντιθέτως να είναι αρκετά για να πλήξουν την ικανότητα προσέλκυσης επενδύσεων. Ο «ψηφιακός φόρος», για παράδειγμα, παλαιότερα εκτιμάτο από την ίδια την Επιτροπή σε 5 δισ./έτος πανευρωπαϊκά. Τώρα η Επιτροπή θεωρεί ότι το συνολικό νούμερο μπορεί να είναι και διπλάσιο, δηλ. 10 δισ. ευρώ! Με δεδομένη την αδυναμία ομοφωνίας, η Γαλλία που το εφάρμοσε μόνη της κατάφερε να συλλέξει 500 εκατ./χρόνο. Είμαστε σίγουροι ότι έχουμε 20 οικονομίες στο επίπεδο της Γαλλίας στην Ε.Ε. για να φτάσουμε τα 10 δισ.;

    4. Καμία δημοσιευμένη μελέτη επιπτώσεων, καμία καμπύλη Laffer για τον υπολογισμό του βέλτιστου επιπέδου φορολόγησης.

    Σε αντίθεση με την πάγια πρακτική της Επιτροπής να συνοδεύει νομοθετικές προτάσεις με μελέτες επιπτώσεων, λόγω προφανώς των έκτακτων συνθηκών και της πίεσης να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος, δεν απαντάται αν η πρόσθετη φορολόγηση θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας συνολικά. Και αν είναι ήδη αμφίβολο ότι τέτοιοι φόροι αρκούν να καλύψουν ικανοποιητικά χρέος 750 δισ. ευρώ, πώς θα καλύπταμε στο μέλλον ένα άνοιγμα των 2 τρισ. ευρώ, όπως αυτό που προτείνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που σε τελική ανάλυση μπορεί και να απορρίψει τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. αν δεν συμφωνεί με το πιο φειδωλό Συμβούλιο;

    5. Φιλοευρωπαίοι και Φεντεραλιστές συζητούν αν ξεκίνησε η «εποχή Χάμιλτον» για την Ευρώπη, ενώ ενδέχεται αντιθέτως να ξεκινά μία κρίση χρέους της Ε.Ε. μακροπρόθεσμα.

    Το 1790, ο Αλεξάντερ Χάμιλτον, πρώτος υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, έδωσε μία καινοτόμα λύση στην κρίση χρέους των Βορείων Πολιτειών με την έκδοση ομοσπονδιακού χρέους που θα χρηματοδοτούνταν -όπως προβλέπεται και σήμερα στην Ευρώπη- μέσω ομοσπονδιακής φορολογίας [και αυτό παρά τις σοβαρές αντιδράσεις μερικών από τους «πατέρες της ομοσπονδιοποίησης των Αμερικανικών Πολιτειών», όπως ο Τόμας Τζέφερσον και ο Τζέιμς Μάντισον].

    Σήμερα, ο Γερμανός επίτροπος Προϋπολογισμού Johannes Hahn θεωρεί ότι δεν βιώνουμε κάτι ανάλογο, γιατί ο δανεισμός της Ε.Ε. θα έχει υποχρεωτικό χρονικό ορίζοντα λήξης, ενώ αντιθέτως ένθερμοι φεντεραλιστές όπως ο Φιλελεύθερος Γκι Φέρχοφσταντ θεωρούν ότι, ναι, είμαστε πλέον έτοιμοι για μία τέτοια μετάβαση προφανώς με ακόμα υψηλότερα μελλοντικά επίπεδα δημοσίων δαπανών σε επίπεδο Ε.Ε.

    Η συζήτηση είναι ατελέσφορη και ενδεχομένως και παραπλανητική αν παραλείψουμε τις δύο τουλάχιστον θεμελιώδεις διαφορές Αμερικής και Ευρώπης.

    Πρώτον, για δεκαετίες μετά την έκδοση ομοσπονδιακού χρέους στην Αμερική των τελών του 18ου αι.-αρχές 19ου αι. οι ομοσπονδιακοί προϋπολογισμοί των ΗΠΑ ήταν πρωτίστως πλεονασματικοί. Για να γίνει αυτό, πουλήθηκε μεταξύ άλλων και κρατική γη. Πουθενά στην Ευρώπη τού σήμερα δεν προκύπτει μια τέτοια προοπτική.

    Δεύτερον και σπουδαιότερο, ο λόγος των Συνολικών Δαπανών (Ομοσπονδιακές, Πολιτειακές και Τοπικές) επί του ΑΕΠ στις ΗΠΑ είναι περίπου στο 35%. Οι δε Πολιτειακές και Τοπικές Δαπάνες ως επί τοις εκατό του ΑΕΠ κυμαίνονται από 5% έως 22%. Με άλλα λόγια, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση στις ΗΠΑ έχει περιθώριο δανεισμού και ελλειμμάτων. Αντίθετα, στην Ευρώπη το ποσοστό των Κρατικών Δημοσίων Δαπανών ήταν το 2019 ήδη στο 45%, με κανένα από τα κράτη-μέλη να μη βρίσκεται κάτω του ορίου του 30% και αυτό μάλιστα έπειτα από μία δεκαετία «σκληρής λιτότητας», όπως παραπονιούνται μονίμως οι αριστεροί.

    Όταν λοιπόν σχεδόν το ήμισυ της ευρωπαϊκής οικονομίας εξαρτάται ήδη από κρατικές δημόσιες δαπάνες, ποια είναι τα περιθώρια δημιουργίας νέου και βιώσιμου «ομοσπονδιακού χρέους» από την ίδια την Ε.Ε.; Η συζήτηση δεν είναι θεωρητική. Το πολυδιαφημισμένο «πακέτο Γιούνκερ» που χρηματοδοτήθηκε με τον υπάρχοντα προϋπολογισμό της Ε.Ε. συντέλεσε στην αύξηση του ευρωπαϊκού ΑΕΠ κατά μόλις 0,9% σύμφωνα με την ίδια την Επιτροπή. Αν θέλουμε να επανακτήσουμε μέσω αυξημένων δημοσίων δαπανών το χαμένο ΑΕΠ της Ευρώπης -και σύντομα-, τα ποσά που απαιτούνται είναι τόσο δυσθεώρητα όσο περιορισμένος είναι και ο δημοσιονομικός χώρος.

    Συμπέρασμα: Η υπάρχουσα κόκκινη γραμμή ότι δεν πειράζουμε τις εθνικές δημόσιες δαπάνες, απλά δεν θα τις επιβαρύνουμε παραπάνω γιατί θα σηκώσουμε νέο χρέος, νέους φόρους και ελλείμματα σε επίπεδο Βρυξελλών, δεν φαίνεται να ισχυροποιεί μακροπρόθεσμα την Ε.Ε., αλλά ενδεχομένως να την αποδυναμώνει.

    * Ο Ολύμπιος Ράπτης είναι Μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας

    *Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο  6-7 Ιουνίου

  • Οι τρεις θάνατοι του Ελεύθερου Επαγγελματία*

    Λίγο πριν την επέλαση της πανδημίας, το είχε πάρει το αυτί μου.  Εκείνη την μέρα έτυχε να κάνω μια βόλτα στην αγορά και κοντοστάθηκα για να ακούσω την συνέχεια.  Ήταν μια γυναίκα που χρησιμοποίησε με χαμόγελο την φράση: «τώρα που τελείωσε η οικονομική κρίση…» ενώ ο κόσμος τριγύρω κουνούσε το κεφάλι συμφωνώντας μαζί της, συνεχίζοντας τα ψώνια.  Ναι, είμαι σίγουρη ότι είχα ακούσει το «τώρα που τελείωσε η οικονομική κρίση».  Ήταν μια ηλιόλουστη ημέρα από εκείνες που σε γεμίζουν αισιοδοξία χωρίς συγκεκριμένο λόγο, μόνο και μόνο επειδή υπάρχεις, είσαι υγιής και συνεχίζεις να ελπίζεις ότι όλα θα πάνε καλά.

    Δεν έχει σημασία αν είχε πραγματικά τελειώσει η οικονομική κρίση (δεν είχε φυσικά) ή αν όλα ήταν ωραία τακτοποιημένα στο μυαλό των ανθρώπων που άρθρωναν λεκτικά τέτοιου είδους προτάσεις.  Στο πεδίο των ελεύθερων επαγγελματιών, φτάνει που οι ίδιοι δειλά δειλά είχαν αρχίσει να το πιστεύουν.  Φτάνει που είχαν αρχίσει να ξαναπιστεύουν ή να έχουν εμπιστοσύνη εκ νέου στον κόσμο, στο περιβάλλον που ζούσαν και δραστηριοποιούνταν.  Φτάνει που η διάθεσή τους είχε ανέβει, που είχαν αρχίσει να προβάλλουν τον εαυτό τους στο μέλλον, που έκαναν όνειρα και σχέδια και μικρές επενδύσεις εδώ κι εκεί.  Φτάνει που η περιρρέουσα ατμόσφαιρα δεν ήταν αυτή της ματαίωσης και της αγανάκτησης και που η ψυχολογία φάνταζε ξανά δυνατή, άτρωτη, έτοιμη να ενώσει δυνάμεις με την οικονομική ζωή και την ανάπτυξη.

    Και μετά ήρθε ο COVID19, ε και ξέρετε την συνέχεια.  ‘Η μάλλον κανείς μας δεν την ξέρει και είναι τέτοια η πανδημική άγνοια για την επόμενη ημέρα, τόσο απόλυτη, οικουμενική και χωρίς προηγούμενο, που πραγματικά βρίσκεται εδώ για να σαρώσει το μέσα μας πολύ περισσότερο από αυτά που θα αποτελειώσει ο ίδιος ο κορονοϊός.

    Είναι τόσο απελπιστική η πραγματικότητα για τον ελεύθερο επαγγελματία που σε πιάνει νευρικό γέλιο για να επιβιώσεις ψυχολογικά.  Μέσα σε δέκα χρόνια έχουμε ποδοπατηθεί τουλάχιστον τρεις φορές.  Αρχικά με τον ακήρυχτο πόλεμο που εκδηλώθηκε μέσω των φοροεπιδρομών, τότε που θεωρούμασταν ένοχοι ακόμα και για τα τυχόν χιλιάρικα που φυλάγαμε κάτω από το στρώμα, καθώς όλα, όλα έπρεπε να «επενδυθούν» στις συντεχνίες.  Μέσα από την προπαγάνδα και την δαιμονοποίηση της ελευθερίας, είχε αρθεί κάθε δικαίωμα στην ιδιοκτησία, την εργασία ή την παραγωγή πλούτου για οποιοδήποτε άλλο σκοπό εκτός από την εξυπηρέτηση του κράτους.  Άδειασαν τραπεζικοί λογαριασμοί, σεντούκια και τσέπες με ένα απόλυτα ιδεολογικό τρόπο, που πότε ονομαζόταν αλληλεγγύη και πότε φορολογική συνείδηση.  Και άδειασαν πρωτίστως από ανθρώπους που δεν είχαν μάθει να χρωστάνε, που δεν έκαναν έξοδα περισσότερα από αυτά που άντεχε το πορτοφόλι τους, που πλήρωναν πρώτα τους υπαλλήλους τους και μετά ζούσαν οι ίδιοι.  Αυτοί έσυραν πρώτοι τον χορό του Ζαλόγγου.  Αλλά επειδή ο θάνατος του εμποράκου δεν ήταν αρκετός, έπρεπε να έρθουν τα capital control για να πιαστούν στην φάκα κι άλλοι κλάδοι, οι βιομηχανίες, οι εξαγωγές και οποιοσδήποτε έκανε το λάθος στην Ελλάδα να dream big.  Ποτέ κανένας δεν τους ζήτησε συγνώμη για το γεγονός ότι τους κατέστρεψε όχι την επιχείρηση αλλά το ηθικό.  Για το γεγονός ότι τους έκοψε τα πόδια, τους κατέστησε αναξιόπιστους ή τους έδιωξε – ποιους;  Αυτούς που σήκωναν στις πλάτες τους τον παραγωγικό ιστό.

    Και τώρα, πάνω που είπαμε να πάρουμε μια ανάσα!  Ούτε καν βαθιά, να μια ανασούλα δοκιμαστικής επανεκκίνησης: δεν προλάβαμε να βγάλουμε το κεφάλι και πεθαίνουμε, πότε κυριολεκτικά και πότε σε κάθε άλλο επίπεδο λειτουργικότητας.  Κανένας δεν θα μπορούσε να είχε προβλέψει την πανδημία, αλλά υπήρχαν χίλιες δυο άλλες παράμετροι που θα μπορούσαν να μην μας έφταναν ήδη εξαθλιωμένους στο κατώφλι της υγειονομικής κρίσης.

    Τα επιδόματα είναι ένα ηρεμιστικό χάπι περιορισμένης ισχύος, η αναβολή πληρωμών για το μέλλον μια βραδυφλεγής βόμβα τοποθετημένη στα θεμέλια της ύπαρξης της αγοράς.  Η κοινωνική συνοχή θα δοκιμαστεί υπό την πίεση της πραγματικότητας – αυτός που σήμερα συνεργάζεται μένοντας στο σπίτι για να προστατέψει και να προστατευτεί, αύριο θα μπει σε κατάσταση «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» επειδή δεν θα εργάζεται.  Τόσα χρόνια η πράξη της αποταμίευσης ήταν το πιο σύντομο ανέκδοτο, τώρα ψάχνουμε να δούμε αν έμεινε τίποτα από τα έτοιμα για να περάσουμε τον μήνα.  Κάποιοι βρίσκονται στο πένθιμο στάδιο του παζαρέματος με την κυβέρνηση για τυχόν στήριξη αλλά οι περισσότεροι γνωρίζουμε ότι φέτος τουλάχιστον δεν πρόκειται να συντελεστεί καμία Ανάσταση.

    Θα πρέπει να μας επιτραπεί να είμαστε περισσότερο ελεύθεροι και περισσότερο επαγγελματίες (το αντίθετο του κρατιστή δηλαδή) προτού ξεκινήσουμε να μιλάμε για την λύση της επόμενης μέρας.

     

    * Η Δέσποινα Λιμνιωτάκη είναι Πρόεδρος της Φιλελεύθερης Συμμαχίας.  Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο MarketNews.gr στις 25 Απριλίου 2020.

  • Τα χαμηλά επιτόκια ήρθαν, όμως οι μεταρρυθμίσεις καθυστερούν

    Το επιτόκιο που καλείται να πληρώσει το ελληνικό κράτος για να δανειστεί από τις αγορές υποχώρησε για πρώτη φορά στην ιστορία του κάτω από το 1% στην δεκαετή έκδοση ομολόγων, ενώ για την 5ετή έκδοση το επιτόκιο υποχωρεί στα επίσης χαμηλά ιστορικά επίπεδα του 0,35%.

    Όπως αποδεικνύεται από την πρόσφατη ιστορία, ενώ βρισκόμασταν σε ένα περιβάλλον ιστορικά χαμηλών επιτοκίων με την ποσοτική χαλάρωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να μοιράζει δισεκατομμύρια στις αγορές, εμείς κρατούσαμε ομπρέλα και όχι μόνο δεν δανειζόμασταν με χαμηλά επιτόκια, τουναντίον δεν μπορούσαμε καν να δανειστούμε από τις αγορές. Οι ευθύνες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με την “περήφανη διαπραγμάτευση”, το κλείσιμο των τραπεζών και την απαξίωση όλων των περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου είναι βαρύτατες.

    Οι “κακές” αγορές στην υποψία και μόνο μιας στροφής σε μια πιο φιλοεπενδυτική και φιλελεύθερη οικονομικά κυβέρνηση, μας “αντάμειψαν” με το 1/4 του κόστους δανεισμού σε σχέση με πριν 14 μήνες.

    Το βέβαιο είναι ότι σε αυτό το επτάμηνο διακυβέρνησης της ΝΔ δεν έχουμε δει μεταρρυθμίσεις που να δικαιολογούν την πτώση αυτή την επιτοκίων δανεισμού.

    Υπενθυμίζουμε, λοιπόν, ότι οι αγορές λειτουργούν ως προεξοφλητικοί μηχανισμοί και ότι στην περίπτωση που η κυβέρνηση επιστρέψει στις παθογένειες του παρελθόντος, οι αγορές θα καταδικάσουν τάχιστα την χώρα με πολύ ακριβότερα επιτόκια δανεισμού.

    Καλούμε την κυβέρνηση να απελευθερώσει άμεσα τις αγορές, τα επαγγέλματα, να μειώσει την τεράστια γραφειοκρατία, να επιταχύνει την απονομή της δικαιοσύνης, να διευκολύνει τις επενδύσεις προσελκύοντας νέα κεφάλαια από το εξωτερικό.

    Δεν γίνεται να αφήσουμε ακόμα μια ιστορική ευκαιρία να πάει χαμένη, περιμένοντας αμήχανα την επόμενη κρίση.