“Γιατί κ. Αγγελόπουλε ζητάτε την ψήφο των πολιτών προσωπικά εσείς;”
*Συνέντευξη του Γιώργου Αγγελόπουλου,
υποψήφιου Ευρωβουλευτή της Φιλελεύθερης Συμμαχίας
Φεύγοντας από τη συζήτηση με τον πολυτάλαντο υποψήφιο Ευρωβουλευτή με τη Φιλελεύθερη Συμμαχία, Γιώργο Αγγελόπουλο σκεφτόμουν ότι πρέπει να θυμηθώ τα Χριστούγεννα να ζητήσω από τον Άγιο Βασίλη να κάνει στη χώρα μας δώρο τη δυνατότητα να συγκεντρώσουμε όλους τους ενδιαφέροντες και άξιους ανθρώπους σ’ένα ψηφοδέλτιο.
Συναντηθήκαμε σε κάποιο από τα ανεκδιήγητα καφέ της Στοάς Χαραγκιώνη στη Σταδίου και πίνοντας ένα άθλιο, ημίγλυκο (;) κόκκινο κρασί εγώ (Μα τι δίνουν στους τουρίστες) κι ένα ζεστό γαλλικό καφέ εκείνος τον οποίο γέμιζε, κάθε τόσο, με παγάκια από μια μικρή παγοθήκη που ζήτησε και του έφεραν, είπαμε πολλά και διάφορα.
Ο Γιώργος Αγγελόπουλος (43) είναι ευρύτερα γνωστός ως θεατρικός ηθοποιός και ως improv comedian εργάζεται όμως ως διευθυντής δημιουργικού στη δραστήρια ΜΚΟ SciCo η οποία, μεταξύ άλλων, διοργανώνει το όλο και πιο δημοφιλές Science Festival. Σπούδασε Φυσική στην Πάτρα και στη συνέχεια θέατρο.
Μπαίνω αμέσως στο ψητό: “κ. Αγγελόπουλε, ειλικρινά τώρα. Πιστεύετε ότι αυτό που λείπει σήμερα από την πολιτική είναι οι θεατρίνοι;”.
Μου απαντάει αμέσως: “Το έχω σκεφτεί πολλές φορές αυτό και απαντώ ευθέως, ναι. Η πολιτική είναι ένα εργαλείο παραγωγής ιστορίας με το λαό ως δρων υποκείμενο σε ρόλο πρωταγωνιστή. Το θέατρο είναι το κατεξοχήν εργαλείο αναπαράστασης κάθε είδους ανθρώπινης συνθήκης και βέβαια και της πολιτικής. Οι ηθοποιοί μπορούμε να εξηγήσουμε την πολιτική επικαιρότητα στους πολίτες με τρόπο που να καταλάβουν το ρόλο τους ως δρώντα υποκείμενα της ιστορίας”.
Ο Γιώργος Αγγελόπουλος δηλώνει ευθαρσώς ότι θα ήθελε πάρα πολύ να μπορούσε να εκλεγεί Ευρωβουλευτής αν και γνωρίζει καλά ότι με το κόμμα που πολιτεύεται, τη “Φιλελεύθερη Συμμαχία” κάτι τέτοιο είναι πολύ δύσκολο αν όχι αδύνατον.
Τον ρωτάω λοιπόν γιατί δεν επιδίωξε να χωθεί (έτσι το ρώτησα) σε κάποιο από τα μεγάλα κόμματα που εκλέγουν αρκετούς βουλευτές.
“Ε, όχι δα. Για να πολιτευθείς με κάποιο από τα μεγάλα κόμματα πρέπει να εκπροσωπείς κάτι. Να έχεις κόσμο. Σόγια, ψήφους από συνδικαλιστική δράση”. Επιμένω λέγοντάς του ότι η Νέα Δημοκρατία έψαχνε ανθρώπους σαν κι εκείνον.
“Δεν ήρθε κανείς από τη Νέα Δημοκρατία να μου προτείνει να κατέβω μαζί τους και όσον αφορά το μητρώο, κοιτάξτε. Όσοι βλέπουν Game of Thrones ή έχουν διαβάσει Μεσαιωνική Ιστορία γνωρίζουν ότι η Νέα Δημοκρατία δεν είναι ένα σύγχρονο κόμμα. Αποτελείται από δουκάτα, κληρονομικές καταστάσεις, τα επώνυμα κάποιων υποψηφίων της φτάνουν στις μετεπαναστικές κυβερνήσεις. Κάποιοι άνθρωποι που έχουμε μια φιλελεύθερη οπτική δεν μπορούμε να δούμε τους εαυτούς μας μέσα σ’ένα τέτοιο πολιτικό πλαίσιο”.
Τον ρωτάω πως γίνεται όμως να μην βλέπει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρόβλημα και πρέπει να φύγει με κάθε τρόπο. Στη Φιλελεύθερη Συμμαχία δεν σκέφτηκαν ότι θα κόψουν ψήφους από τη Νέα Δημοκρατία; Γελάει.
“Κοιτάξτε. Ακόμα κι αν στις Ευρωεκλογές η ΝΔ πάρει το 100% των ψήφων, την επόμενη ημέρα κυβέρνηση θα συνεχίσει να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ η κοινοβουλευτική πλειοψηφία του οποίου βλέπω να μένει αμετακίνητη στη στήριξή της προς την κυβέρνηση ακόμα κι αν κάνουν μπροστά στα μάτια τους ανθρωποθυσία μωρού”. Γελάμε.
“Έπειτα, αυτή τη στιγμή κανείς Έλληνας Φιλελεύθερος δεν εκπροσωπείται με βουλευτή στην ομάδα των Φιλελευθέρων Δημοκρατών. Το ασαφές ιδεολογικά Ποτάμι εντάχθηκε στην ομάδα των Σοσιαλιστών”.
“Γιατί κ.Αγγελόπουλε ζητάτε την ψήφο των πολιτών προσωπικά εσείς;”.
“Για μένα έχει πολύ μεγάλη σημασία η πολιτική επικοινωνία. Όχι ως εργαλείο διαμόρφωσης νικηφόρων πλειοψηφιών, αναφέρομαι στην ανάγκη να εξηγηθούν κάποια πράγματα για την ουσία της Ε.Ε. και τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Έπειτα είμαι Φεντεραλιστής. Πιστεύω ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα προχωρήσει όταν αρχίσουμε να δημιουργούμε ως Ευρωπαίοι κοινά βιώματα. Κάτι τέτοιο μέχρι τώρα το έχει καταφέρει μόνο το πρόγραμμα Erasmus. Η πρακτική του Erasmus πρέπει να μην περιοριστεί στους φοιτητές. Θα θελα οι πολίτες να μου ζητάνε “ρουσφέτι” να υπηρετήσουν σε μια μονάδα στη Σλοβενία ή κάποιοι Σλοβένοι να θέλουν να υπηρετήσουν τη στρατιωτική τους θητεία στα ελληνικά νησιά και να νιώθουν ότι υπηρετούν την πατρίδα τους. Πιστεύω στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και γιαυτό ζητώ την ψήφο σας”.
Κλείνοντας μου λέει ότι αυτό που τον εντυπωσιάζει τελευταία είναι οι ερωτήσεις της εξάχρονης κόρης του. Αν και στη δουλειά του έχει εκπαιδευτεί να δίνει απλές και πάντα λογικές εξηγήσεις των φαινομένων, μένει κάθε φορά άναυδος από την ικανότητα των παιδιών να θέτουν τα διάφορα ζητήματα περιγράφοντάς τα με τις απορίες τους.
Φεύγοντας του ζητώ να μην ξεχάσει να μου στείλει μια φωτογραφία του. “Κι εσείς να μου στείλετε τη συνταγή για τον cold brew. Η παραγγελία ζεστού γαλλικού καφέ με παγάκια ξεπερνά ακόμα και τα όρια ενός improv comedian!”.
Πού τον βρίσκετε
Facebook
Twitter
*Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο FACT στις 10 Μαΐου 2019
Επισημοποίηση της Συμμετοχής μας στις Ευρωεκλογές
Με χαρά και συγκίνηση σας ανακοινώνουμε την επίσημη κάθοδο της Φιλελεύθερης Συμμαχίας στις
Ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου!
Πλέον η λίστα των υποψηφίων μας έχει υπογραφή από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Το ανάπηρο (ελληνικό) Δημόσιο
Του Γιάννη Παπαδόπουλου*
Ως φιλελεύθερος, πιστεύω σε ένα κεντρικό κράτος με λίγες λειτουργίες και σε έναν δήμο με διευρυμένες – αλλά όχι περισσότερες από τις απολύτως αναγκαίες – αρμοδιότητες.
Μια από τις βασικές – αν όχι η πλέον βασική – αρμοδιότητα ενός τέτοιου δήμου είναι η διαχείριση των δημόσιων χώρων: όλοι βάζουμε χρήματα ώστε εκεί που τελειώνει η αυλή μας να αρχίζει ένας όμορφος και ασφαλής χώρος σχεδιασμένος, υλοποιημένος και διαχειριζόμενος από εξειδικευμένο προσωπικό που πάντα ψάχνει να βρει όλο και πιο αποδοτικούς τρόπους να διαχειριστεί τα χρήματά μας, και ανταμείβεται για αυτό με την ψήφο μας.
Παρακολουθώντας, λοιπόν, την επίκαιρη «συζήτηση» περί αναπηρίας, προσωποπαγών θέσεων, επιδομάτων κτλ, όπου πολιτικοί από όλες τις παρατάξεις προσπαθούν να κερδίσουν πολιτικά από το επεισόδιο Κυμπουρόπουλου-Πολάκη, αναρωτιέμαι: δεν καταλαβαίνουν ότι ανάπηρο είναι το δημόσιο που εκπροσωπούν και όχι οι άνθρωποι που έχουν υποστεί κάποια βλάβη;
Ας το σκεφτούμε λίγο:
– Αν ένας δήμος φτιάξει έναν δρόμο χωρίς ράμπες, ποιος προκαλεί την αναπηρία, η σωματική βλάβη ή η πολιτικός μηχανικός που δεν τις έβαλε;
– Αν παρκάρει ένα αυτοκίνητο μπροστά στη ράμπα, ποιος προκαλεί την αναπηρία, η ηλικία του μωρού στο καροτσάκι ή η δημοτική αστυνομία που δεν παίρνει τις πινακίδες του αυτοκινήτου;
– Αν μία τράπεζα δεν είναι πραγματικά προσβάσιμη σε άτομα με αμαξίδιο, αλλά χρειάζεται να τρέξει να ανοίξει την πλαϊνή πόρτα ένας υπάλληλος, ποιος προκαλεί την αναπηρία, το μέγεθος του αμαξιδίου που δεν χωρά ή ο αδειοδοτών φορέας;
Και ας το τραβήξω και ένα βήμα πιο πέρα:
– Όταν δεν επιτρέπεται σε ένα παιδί να αφήσει το ίδρυμα και να ζήσει σε μια οικογένεια, επειδή οι ενήλικες σε αυτή την οικογένεια είναι ομόφυλο ζευγάρι, ποιος ιδρυματοποιεί; Το ίδρυμα ή οι νομοθέτες;
Το πραγματικά εξοργιστικό, βέβαια, είναι αν συνυπολογίσουμε το πόσο κοστίζουν όλα τα παραπάνω αν ληφθούν υπόψη κατά τον σχεδιασμό ενός έργου, ενός νομοσχεδίου κτλ: από τίποτα έως ελάχιστα.
Για να είμαι δίκαιος, η ιδέα πως πολλά από τα αποτελέσματα μιας αναπηρίας είναι κοινωνικά κατασκευασμένα (γνωστή, σε δική μου μετάφραση, και ως διάκριση μεταξύ βλάβης (impairment) και αναπηρίας (disability)) και, ως εκ τούτου, μπορούν να περιοριστούν έως και να ξεπεραστούν, δεν είναι δική μου. Δεκάδες θεωρητικοί δουλεύουν σε αυτόν τον τομέα. Αυτό που μου κάνει εντύπωση είναι το πώς όλη αυτή η γνώση δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα, ακόμα και όταν οι πολιτικοί φαίνεται να την γνωρίζουν, τουλάχιστον στο επίπεδο των γλωσσικών όρων που χρησιμοποιούν.
Τι μπορούμε να κάνουμε, λοιπόν;
Η δική μου προτιμώμενη, «φιλελεύθερη» λύση είναι αυτή της συμπερίληψης. Η συμπερίληψη δεν είναι μία πραγματικά νέα έννοια, πρόκειται για αυτό που παραδοσιακά ονομάζεται «κοινωνικός διάλογος», αλλά αντί να εστιάζει στη διαδικασία (διάλογος μεταξύ ομάδων) εστιάζει στον σκοπό (να συμπεριληφθούν όλων των ομάδων οι ανάγκες και τα συμφέροντα).
Με απλά λόγια, συμπερίληψη σημαίνει ότι, όταν οι δημόσιοι φορείς σχεδιάζουν να κάνουν κάτι, θα πρέπει να ρωτήσουν και να λάβουν υπόψη τόσο τις ανάγκες όσο και τα συμφέροντα (δηλαδή το κόστος) όλων των εμπλεκόμενων μερών. Έτσι, μέσω ανοιχτών και διάφανων διαδικασιών θα ικανοποιούνται οι ανάγκες όλων, ενώ όπου υπάρχει κόστος για κάποιους – που τις πιο πολλές φορές δεν υπάρχει – θα μπορούν να δίνονται αντίβαρα και να αποφεύγεται ο κοινωνικός αυτοματισμός.
Συνοψίζοντας, λοιπόν, θα πρότεινα στους πολιτικούς να αφήσουν τα κροκοδείλια δάκρυα και να εστιάσουν στο να θεραπεύσουν τον τομέα τον οποίο έχουν επιλέξει να υπηρετούν (το συμφέρον και τις ανάγκες όλων μας) από τις αναπηρίες του.
* Ο Γιάννης Παπαδόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Liberal στις 26 Απριλίου 2019
Οι ψηφοθήρες των τραγωδιών δεν έχουν λύσεις για τρομοκρατία και μετανάστευση
Του Νίκου Χαραλάμπους*
Με αφορμή την τραγωδία στη Σρι Λάνκα οι σχολιαστές και πολιτευτές που δείχνουν να τους απασχολεί ο «μουσουλμανικός κίνδυνος» βρήκαν την ευκαιρία ξανά να μιλήσουν για «πολέμους» και «επίθεση στη Δύση» και φυσικά την καραμέλα του «πολέμου πολιτισμών». Το αξιοσημείωτο είναι για όσους και όσες δεν το έχουν παρατηρήσει πως οι συγκεκριμένοι σχολιαστές επισημαίνουν τον «κίνδυνο» και την «απειλή», ζητούν την ψήφο μας αλλά δεν μας λένε ακριβώς πώς θα τον αντιμετωπίσουν. Είτε γιατί δεν ξέρουν είτε γιατί ονειρεύονται λύσεις που είναι ανεφάρμοστες και τερατώδεις. Και ακόμα και αν ήθελες να βάλεις το «τερατώδεις» κατά μέρος, θα έμενε το ανεφάρμοστες.
Ας πάρουμε ένα ένα τα σενάρια για την αντιμετώπιση της «θανάσιμης απειλής του Ισλάμ που και οι ίδιοι οι ψηφοθήρες και πολιτικοί απατεώνες (σκληρή γλώσσα αλλά δυστυχώς ακριβής) ντρέπονται να πουν:
Σενάριο 1: Παγκόσμιος Πόλεμος και Ολοκαύτωμα
ΗΠΑ-ΕΕ-Κίνα- Αυστραλία-Ιαπωνία κηρύσσουν τον πόλεμο σε κάθε χώρα που έχει το Ισλάμ ως επίσημη θρησκεία, ενώ η Ινδία, Νιγηρία, Μαλαισία και Ταϊλάνδη αποφασίζουν να εκκαθαρίσουν τις μουσουλμανικές μειονότητές τους. Αν οι Ναζί με την βιομηχανοποίηση ενός ολοκαυτώματος κατάφεραν να εξολοθρεύσουν μόνο το ένα τρίτο των Εβραίων με τους νεκρούς να είναι στα 6 εκατομμύρια τότε τι ακριβώς φαντάζονται αυτοί που επισημαίνουν τον «κίνδυνο του Ισλάμ» πως θα χρειαστεί για να εκκαθαρίσεις 1.2 δισεκατομμύρια μουσουλμάνους; Αναφέρω αυτό το ακραίο σενάριο γιατί ενδεχομένως να υπάρχουν και άνθρωποι μειωμένης αντίληψης στο στρατόπεδο των ισλαμομάχων και να το λένε χωρίς φυσικά να έχουν συναίσθηση της πραγματικότητας.
Σενάριο 2: Πάγωμα της Μετανάστευσης από τις λεγόμενες μουσουλμανικές χώρες. Πάγωμα των σχέσεων και εμπάργκο-αποκλεισμοί στις μουσουλμανικές χώρες
Πέρα από το τεράστιο κόστος στο εμπόριο, πέρα από το κολοσσιαίο κόστος φύλαξης των συνόρων όχι για την υποδοχή αλλά για την αναχαίτιση και απέλαση «λαθρομεταναστών», υπάρχουν τα εξής προβλήματα: Υπάρχουν χώρες που έχουν μουσουλμανικές μειονότητες αλλά και χριστιανικές πλειοψηφίες. Κάποιες τις ανέφερα: Νιγηρία, Ινδία, Ταϊλάνδη έχουν μουσουλμάνους πολίτες και ενδεχομένως τα χαρτιά τους να μην αναφέρουν το θρήσκευμα. Πώς θα ξεχωρίσει μια δυτική χώρα τον Ινδό μουσουλμάνο από τον Ινδό ινδουϊστή; Πώς θα ξεχωρίσεις τον Βουδιστή Ινδονήσιο από τον μουσουλμάνο Ινδονήσιο; Δεν μπορείς. Το δεύτερο πρόβλημα είναι πως αν με ένα μαγικό τρόπο σταματούσες τη μετανάστευση, δεν θα σταματούσες την τρομοκρατία γιατί αφ» ενός τρομοκρατικά χτυπήματα θα μπορούν να γίνουν σε μουσουλμανικές χώρες εναντίον δυτικών στόχων αφ» ετέρου τρομοκρατικά χτυπήματα θα μπορούσαν να γίνουν από τους μουσουλμάνους πολίτες δυτικών χωρών. Όπως και έχουν γίνει.
Οπότε πάμε στο σενάριο 3: Απέλαση όλων των μουσουλμάνων από τις δυτικές χώρες.
Εκτός από το ό,τι αυτό δεν μπορεί να γίνει και πάλι για λογιστικούς λόγους (χρειάζεσαι τουλάχιστον ένα ναζιστικό καθεστώς ή ένα καθεστώς απαρτχάιντ για να απελάσεις το 5 με 10% του πληθυσμού σε κάποιες δυτικές χώρες όπως στη Γαλλία τη Βρετανία και την Γερμανία, το 1% στις ΗΠΑ είναι εξίσου σημαντικός αριθμός στα περίπου 3 με 4 εκατομμύρια κατοίκους), τίποτα δεν αποκλείει χρήμα τζιχαντιστών να προσλάβει κυκλώματα του υποκόσμου, της άκρας αριστεράς ακόμα και της άκρας δεξιάς (που μπορεί να μην γνωρίζουν καν για ποιους δουλεύουν) και να χτυπήσει και πάλι στόχους.
Οπότε για να μην μακρυγορήσουμε δεν υπάρχει τρόπος αντιμετώπισης των τζιχαντιστών και κάθε είδους τρομοκρατών παρά η επένδυση στις υπηρεσίες πληροφοριών, η καλλιέργεια σχέσεων με τις μουσουλμανικές κοινότητες σε όλο τον κόσμο, η απομόνωση βίαιων στοιχείων, η αποριζοσπαστικοποίηση των νέων και αποτελεσματική αστυνόμευση στα σύνορα αλλά και εντός αυτών.
Την επόμενη φορά που θα ακούσετε πύρινα, ειρωνικά, σοβαροφανή σχόλια για την «απειλή του Ισλάμ» ρωτήστε το δια ταύτα. Τι ακριβώς προτείνουν οι επίδοξοι «προστάτες μας». Γιατί αν αυτό που προτείνουν είναι τελικά απάνθρωπο και ανεφάρμοστο τότε δεν αξίζουν την ψήφο μας.
Η φιλελεύθερη δημοκρατία με τον ορθολογισμό της και με την ελευθερία της έκφρασης μπορεί να βρει τις μεθόδους να αντιμετωπίσει ακόμα και τους πιο θανάσιμους κινδύνους (αντιμετώπισε με επιτυχία τον ναζισμό και τον κομμουνισμό, ο τζιχαντισμός είναι απειλή μικρότερου μεγέθους από τη Ναζιστική Γερμανία και τη Σοβιετική Ένωση) αρκεί μαζί με τους τζιχαντιστές να απομονώσει και να αντικρούσει τους ψηφοθήρες πολιτικούς που επιδιώκουν να χτίσουν πολιτικές καριέρες πάνω σε ανθρώπινες τραγωδίες.
*Ο Νίκος Χαραλάμπους είναι μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής της Φιλελεύθερης Συμμαχίας
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Liberal στις 23 Απριλίου 2019
Ελληνική δημόσια εκπαίδευση: Η μεγάλη λοταρία – μέρος β’
Του Γιώργου Αγγελόπουλου*
Με αφορμή την ανησυχία που μοιράστηκα με δυο γονείς συμμαθητών της κόρης μου για το σχολείο στο οποίο είναι διοικητικά σχεδιασμένο να πάνε του χρόνου τα παιδιά μας, λέγαμε στο πρώτο μέρος του άρθρου αυτού πως η ελληνική εκπαίδευση έχει γιγάντιο έλλειμμα ελευθερίας επιλογών. Οι γονείς δεν μπορούν να επιλέξουν το σχολείο που θα φοιτήσουν τα παιδιά τους παρά μόνο αν ανήκουν σε οικονομικά εύρωστα στρώματα ή έχουν έναν τρόπο να παρακάμψουν το σύστημα δηλώνοντας ψευδή διεύθυνση. Οι υπόλοιποι μένουμε με ένα λόττο στο χέρι και την ελπίδα να τύχει στα παιδιά μας ένα καλό δημόσιο σχολείο.
Το ελληνικό δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης δημιουργήθηκε σε άλλες εποχές, με άλλες ανάγκες. Είναι ένα κλειστό και κεντρικά ελεγχόμενο σύστημα που παράγει λιγότερη εκπαίδευση από όση κοστίζει, ενώ καταφέρνει να δυσαρεστεί όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Μόνοι ευνοημένοι του συστήματος μια υπεράριθμη διοικητική γραφειοκρατία και όσοι διορίστηκαν εκπαιδευτικοί για να εισπράττουν μια αργομισθία κι έχουν να δουν αίθουσα από τον καιρό που ήταν μαθητές οι ίδιοι. Το εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί όχημα μιας πολυδάπανης διεκπεραίωσης μεταβαλλόμενων υπουργικών εμμονών και εξυπηρέτησης ατομικών συμφερόντων των παραπάνω ομάδων. Αρνείται να δώσει ελευθερίες γιατί οι ελευθερίες θα ανατρέψουν τη βολή όσων τις δώσουν.
Κι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τις επιλογές των οικογενειών για το πού θα πάνε σχολείο τα παιδιά τους. Έχει να κάνει με την απουσία ελευθερίας των διευθυντών να διαλέξουν εκπαιδευτικό προσωπικό και στο να δώσουν εκπαιδευτική κατεύθυνση στο σχολείο τους που να το διαφοροποιεί από το δίπλα ή το παραδίπλα με βάση κάποιες ανάγκες, κάποιο στόχο και όχι την τύχη. Χρειάζεται ελευθερία σε επίπεδο σχολικής μονάδας ώστε να προσαρμοστούν οι εκπαιδευτικές προτεραιότητες στις ανάγκες των μαθητών τους.
Χρειάζεται ελευθερία του διδακτικού προσωπικού να εφαρμόσει καινοτομίες, να δοκιμάσει πρακτικές που απορρίπτονται κεντρικά ή δεν μελετώνται καν από τους γραφειοκράτες και τις επιτροπές του υπουργείου. Στα σχολεία υπάρχουν πολλοί δημιουργικοί και ορεξάτοι εκπαιδευτικοί που θέλουν να κάνουν ωραία πράγματα και δεν μπορούν. Δυστυχώς, το Κράτος, τους δένει τα χέρια προκειμένου να μην ξεβολέψει αυτούς που βλέπουν τη δουλειά τους ως δημοσιοϋπαλληλία.
Τέλος, χρειάζεται ελευθερία των σχολικών μονάδων να κάνουν στρατηγικές συνεργασίες και να αναζητούν επιπλέον πόρους που θα βελτιώνουν το εκπαιδευτικό τους έργο. Δεν θα απαγορεύει κανένας στα σχολεία να προσθέσουν σχολικά γεύματα, μεταφορά μαθητών, μελέτη ή άλλες δραστηριότητες με δική τους πρωτοβουλία. Δεν θα απαγορεύει κανένας να δίνονται αυξήσεις ή μπόνους σε καθηγητές επιτυχημένων σχολείων χωρίς καν να επιβαρύνεται ο κρατικός προϋπολογισμός.
Φυσικά, όταν οι οικογένειες αποκτήσουν ελευθερίες στην επιλογή των δημόσιων σχολείων, αυτά θα αρχίσουν να ανταποκρίνονται περισσότερο στις ανάγκες των μαθητών παρά στις εμμονές του εκάστοτε υπουργού και της κατεστημένης υπουργικής γραφειοκρατίας. Και, φυσικά, ακόμα και όσοι γονείς είναι τυχεροί, ικανοποιημένοι, δεν θέλουν ή δεν μπορούν να μελετήσουν τις δυνατότητες των άλλων σχολείων, θα στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο που τους υπαγορεύει ο λογαριασμός της ΔΕΗ. Η ελευθερία επιλογής ευνοεί αποδεδειγμένα τους πιο ριγμένους ενός κλειστού συστήματος. Αυτοί είναι που βελτιώνουν το σύστημα για όλους!
Πριν αρχίσει η σχολική χρονιά, παρότι γνωρίζαμε ότι τα οικονομικά μας δεν το επιτρέπουν, επισκεφτήκαμε ένα ιδιωτικό σχολείο που μας είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον. Δεν ήταν από τα «ονομαστά» ελίτ σχολεία αλλά μας έκαναν θετική εντύπωση μερικά από τα χαρακτηριστικά του. Είδαμε ένα μέρος όπου το παιδί μας θα είχε πολλές δυνατότητες να εκπαιδευτεί πολύ καλύτερα έχοντας μια ευρεία γκάμα επιλογών. Στη συνάντηση με το διευθυντή νιώσαμε ένα κόμπο στο λαιμό. Το κόστος των πεντέμισι χιλιάδων ευρώ το χρόνο μας ήταν απαγορευτικό. Αυτό το σχολείο δεν μπορούσαμε να το παρέχουμε στο παιδί.
Όμως το κόστος αυτό ήταν επίπλαστο. Το κράτος ξοδεύει περίπου τρεις χιλιάδες διακόσια ευρώ ανά μαθητή πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αν το κράτος τα έδινε στις οικογένειες με τη μορφή ενός κουπονιού εκπαίδευσης και την ελευθερία να το εξαργυρώσουν σε μια σχολική μονάδα της επιλογής τους, εμείς θα στέλναμε την κόρη μας σε εκείνο το ιδιωτικό σχολείο πληρώνοντας μόνο το επιπλέον κόστος – το οποίο μπορούσαμε να αντέξουμε. Ίσως να μην ψάχναμε καν για ιδιωτικό και να αναζητούσαμε ένα από τα δημόσια που ο ανταγωνισμός θα τα είχε μετατρέψει σε πρότυπα, όπως έχει γίνει στη Σκανδιναβία. Ακόμα κι η κρατική γραφειοκρατία βλέποντας το συγκεκριμένο σχολείο να χάνει μαθητές, ίσως να ανησυχούσε και να έριχνε μια πιο προσεκτική ματιά που θα βελτίωνε και το «υπό διάλυση» σχολείο της γειτονιάς.
Οι απλές λύσεις που δίνουν ελευθερία επιλογών στους πολίτες βελτιώνουν τις κοινωνίες και το επίπεδο ζωής σε αυτές για όλους. Και αν το εκπαιδευτικό μας σύστημα έδινε ελευθερίες στους οικονομικά ασθενέστερους της κοινωνίας, αυτούς που στέλνουμε τα παιδιά μας στο δημόσιο σχολείο, η συζήτηση με τους άλλους γονείς την ώρα του σχολάσματος θα ήταν πολύ πιο φωτεινή. Όπως και το μέλλον των παιδιών μας.
*Ο Γιώργος Αγγελόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Liberal στις 20 Απριλίου 2019
Είναι τα σκανδιναβικά μοντέλα εκπαίδευσης τα πιο πετυχημένα;
Του Γιάννη Παπαδόπουλου*
Κάτι που πολλές φορές δεν αναφέρεται στη συζήτηση περί εκπαιδευτικών συστημάτων είναι ότι στις παγκόσμιες κατατάξεις τα καλύτερα αποτελέσματα δεν τα φέρνουν οι Σκανδιναβικές χώρες, αλλά κάποιες ασιατικές. Συνήθως, η Σινγκαπούρη, η Ιαπωνία, η Νότιος Κορέα, και κάποιες κινεζικές περιφέρειες κονταροχτυπιούνται για την πρώτη θέση, ενώ οι πρώτες ευρωπαϊκές χώρες ακολουθούν από την πέμπτη θέση και κάτω.
Γιατί δεν συζητάμε, λοιπόν, για την ασιατική εκπαίδευση, αλλά μιλάμε για Φινλανδία και Σουηδία; Και αν οι ασιατικές χώρες, για κάποιο λόγο – και για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο από τα μαθητικά μας χρόνια – «δεν πιάνουν», γιατί η Φινλανδία και η Σουηδία «πιάνουν» και τις θαυμάζουμε παρόλο που δεν φέρνουν τα καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα; Τι είναι αυτό που θαυμάζουμε σε αυτές τις χώρες τελικά;
Ξεκινώντας από τις προαναφερθείσες ασιατικές χώρες, βασικό χαρακτηριστικό τους είναι η κοινωνική πίεση για επιτυχία και αυταρχικά εκπαιδευτικά συστήματα που εστιάζουν στις εξετάσεις και στην επιτυχία σε αυτές. Το βασικό χαρακτηριστικό των σκανδιναβικών χωρών, ωστόσο, δεν είναι ότι τα συστήματά τους δεν είναι εξετασιοκεντρικά, ούτε ότι δεν ενδιαφέρονται για την επιτυχία. Αντιθέτως, συχνά έχουν πολύ αυστηρές, κεντρικά ελεγχόμενες εξετάσεις και η ίδια η επιτυχία των Σκανδιναβών είναι αδιάψευστος δείκτης του πόσο θέλουν να είναι επιτυχημένοι.
Το χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί τις σκανδιναβικές χώρες από πολλές άλλες είναι ότι εστιάζουν στις ανάγκες του κάθε μαθητή ως άτομο. Ο μαθητής μπορεί να επιλέξει εάν θα κάνει κάποια από τα μαθήματα ή όχι, ή αν θα κάνει ένα βασικό μάθημα αυτή την χρονιά ή την επόμενη. Μπορεί να επιλέξει αν θα το παρακολουθήσει πρωί ή απόγευμα, εφόσον προσφέρεται. Μπορεί να επιλέξει να τελειώσει π.χ. το αντίστοιχο λύκειο σε τρία ή τέσσερα ή πέντε χρόνια. Μπορεί να κάνει μάθημα ή και να μην κάνει για ένα διάστημα – πρόσφατα μου έλεγαν καθηγητές από μία από τις πλέον επιτυχημένες Σουηδικές αλυσίδες σχολείων ότι αν βλέπουν κάποιον μαθητή να μην νιώθει άνετα στην τάξη, του επιτρέπουν να βοηθάει π.χ. τον επιστάτη για μια εβδομάδα και να ξαναμπεί στην τάξη όταν νιώσει έτοιμος.
Δηλαδή, το βασικό χαρακτηριστικό των σχολείων αυτών είναι αυτό που θεωρητικά όλοι, εκπαιδευτικοί και μη, έχουμε ακούσει και πολλοί από εμάς, ανεξάρτητα από το αν είμαστε αριστεροί, δεξιοί, πατριώτες, εθνικιστές κτλ, υποστηρίζουμε ότι επιθυμούμε: την εξατομικευμένη μάθηση.
Γιατί, όμως, αφού όλοι ξέρουμε ότι η εξατομικευμένη μάθηση είναι αυτό που, σε συνδυασμό με εξω-εκπαιδευτικούς παράγοντες, θα μας βοηθήσει να αναπτυχθούμε ως άτομα και ως κοινωνία, και αφού την επιζητούμε, γιατί δεν την υλοποιούμε;
Κατ’ εμέ, επειδή δεν θέλουμε το άτομο στην εξατομίκευση.
Δηλαδή, μιλάμε για εξατομίκευση, αλλά την εξατομίκευση την κάνει το κράτος, το σχολείο ή στην καλύτερη ο καθηγητής, δηλαδή ο «ειδικός». Πού είναι ο ενδιαφερόμενος; Πώς περιμένουμε να είναι η εκπαίδευση εξατομικευμένη όταν οι ανάγκες της μαθήτριας όπως τις αντιλαμβάνεται και όπως τις βιώνει δεν συμπεριλαμβάνονται (συμπερίληψη: μία ακόμα κακοποιημένη έννοια όπου αυτοί που θέλουμε να συμπεριληφθούν, καθώς και όσοι επωμίζονται το κόστος της συμπερίληψης, δεν συμπεριλαμβάνονται στον σχεδιασμό του πώς θα συμπεριληφθούν) στην εξατομίκευση;
Αν, βέβαια, συμπεριλαμβάναμε τα άτομα και τους ζητούσαμε να συν-αναλάβουν την ευθύνη της εκπαίδευσής τους, τότε θα ήμασταν αναγκασμένοι να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα: ότι το δικό μας το παιδί μπορεί να χρειάζεται λίγο χρόνο παραπάνω από τα άλλα για να τελειώσει μια τάξη∙ ότι κάποια μαθήματα, όπως τα αρχαία ελληνικά, δεν αρέσουν σε πολλούς μαθητές ∙ ότι το πώς δουλεύουμε και το τι μάθαμε στα πανεπιστήμια ως καθηγητές δεν βοηθάνε τους μαθητές μας.
Για να επιστρέψουμε, λοιπόν, στην ερώτηση που θέτει ο τίτλος, τα σκανδιναβικά εκπαιδευτικά συστήματα είναι πετυχημένα στο να βοηθούν άτομα να θέτουν και να πετυχαίνουν τον στόχο τους. Δεν είναι, όμως, τα πιο πετυχημένα στο να υλοποιήσουν τους ιδεατούς μαθητές που έχει ο καθένας από εμάς στο μυαλό του: τον μαθητή-μελλοντικό κοινωνικό αγωνιστή, τον μαθητή-μελλοντικό Έλληνα, τον μαθητή-μελλοντικό καλό χριστιανό, τον μαθητή-μελλοντικό καμάρι της οικογένειας και της κοινότητάς του.
Η επιλογή δική μας.
*Ο Γιάννης Παπαδόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Liberal στις 18 Απριλίου 2019
Θέατρο και… ολιγαρκής αφθονία
Του Γιάννη Παπαδόπουλου
Ο λόγος βέβαια, για την αναφορά του πρωθυπουργού στον Λατούς και στην – λες και βγαλμένη από το περί… μεταμοντέρνου θεάτρου επεισόδιο της σειράς Κωνσταντίνου και Ελένης – «ολιγαρκή αφθονία». Αλλά, και ποιο το σκάνδαλο θα πει κανείς; Δεν μπορεί ο πρωθυπουργός και ένας θεωρητικός να έχουν άποψη;
Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα με καμία θεωρία και καμία άποψη, ακόμα κι αν η άποψη είναι μεταμοντέρνως… θεατρική. Ζούμε σε μία δημοκρατία η οποία, σε αρκετά θέματα, είναι αρκούντως φιλελεύθερη.
Για παράδειγμα, η δημοκρατία μας είναι αρκετά φιλελεύθερη για να μας επιτρέψει να κάνουμε τις θεωρίες μας πράξη: αν είμαι κομουνιστής ή σοσιαλιστής και θέλω να φτιάξω μια κοινότητα όπου όσοι συμμετέχουμε θα κερδίζουμε χρήματα ανάλογα με τις δυνατότητές μας, θα τα τοποθετούμε σε έναν κοινό λογαριασμό, και ο καθένας μας θα καταναλώνει σύμφωνα με τις ανάγκες του, κανείς δεν θα με εμποδίσει.
Αντίστοιχα, αν κάποια πιστεύει πως η θεωρία της ολιγαρκούς αφθονίας είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος ζωής, αν δηλαδή ονειρεύεται έναν κόσμο με άμεση δημοκρατία σε μικρές κοινότητες, εθελούσια απλότητα, oριζόντιες δομές, μια κοινωνία συμβιωτισμού, δηλαδή αν επιθυμεί την υποβοηθούμενη συρρίκνωση έως τον ολικό μετασχηματισμό της οικονομίας, της πολιτικής και της ίδιας της ανθρώπινης ψυχής, κανείς δεν θα την εμποδίσει να περιορίσει τις ανάγκες της και να ζήσει πιο φτωχικά. Μάλιστα, κανείς δεν θα την εμποδίσει να εκθέσει τον τρόπο ζωής της δημόσια και να καλέσει όποιον επιθυμεί να τον δοκιμάσει.
Το πραγματικό σκάνδαλο είναι πότε όλες αυτές οι θεωρίες θα σταματήσουν να είναι θεωρίες και θα γίνουν επιλογές… αλλά από αυτούς που τις πιστεύουν! Ας ξεκινήσουν από τους εαυτούς τους και τον τρόπο ζωής τους, και πού ξέρουν, μπορεί να ζηλέψουν και άλλοι… Γιατί, αν κάποιος δεν υποκρίνεται, η ιδεολογία του αντικατοπτρίζεται από τον τρόπο ζωής του!
*Ο Γιάννης Παπαδόπουλος είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Φιλελεύθερος” την 21η Μαρτίου 2019
Όταν ζητάς τραπεζικό δάνειο αλλά δεν είσαι… ο Πολάκης!
Του Άρη Κωνσταντινίδη
-Κύριε Κωνσταντινίδη μου, ευχαρίστως να σας δώσει ένα μικρό δάνειο η τράπεζα μας αλλά όπως καταλαβαίνετε χρειάζεται κάποια εξασφάλιση.
-Μα έχω περιουσιακά στοιχεία, δεν αρκούν αυτά;
-Εννοείτε το σπίτι, το μαγαζί κλπ; Αυτές είναι χρονοβόρες και πολυέξοδες διαδικασίες. Χρειάζονται δικηγόροι, λογιστές κλπ…
-Τότε τι είδους άλλη εξασφάλιση θα μπορούσα να σας δώσω;
-Επιταγές πελατών σας έχετε στα χέρια σας;
-Όχι διότι κατά βάσιν ασχολούμαι με τη λιανική πώληση. Άλλος τρόπος υπάρχει;
-Ναι. Να έχετε κάποια χρήματα. Δηλαδή να μας καταθέσετε ένα ποσόν και στη συνέχεια η τράπεζα να σας εγκρίνει (!) ένα ισόποσο δάνειο.
-Συγγνώμη αλλά δε νομίζω πως σας καταλαβαίνω…Αν είχα το ποσόν αυτό γιατί να έρθω σε εσάς να ζητήσω δάνειο; Για να χρεωθώ με τόκους χωρίς λόγο;
-Θα μπορούσε το ποσόν αυτό να μην είναι δικό σας. Να είναι ας πούμε κάποιου οικείου σας που σας εμπιστεύεται. Καταθέτει εκείνος τα χρήματα, παίρνετε εσείς το δάνειο….
-Με συγχωρείτε αλλά πάλι δε σας καταλαβαίνω. Αν ο οικείος μου που θα έχει το χρήμα με εμπιστεύεται, γιατί να μη μου χορηγήσει εκείνος το δάνειο; Δηλαδή… εσείς ως τράπεζα τι θα κάνετε ακριβώς;
-Εμείς ως τράπεζα προσπαθώ να σας εξηγήσω με ποιόν τρόπο κινούμαστε, τουλάχιστον σήμερα. Εσείς σκεφτείτε και όταν έχετε νέα μου λέτε. Καλή σας μέρα.
Ζήτησα δάνειο από την Εθνική Τράπεζα κι όχι από τη χρεοκοπημένη Άττικα. Δεν γύρεψα 100 χιλιάδες, αλλά μόνο δέκα. Δεν προσπάθησα να πάρω καταναλωτικό δάνειο (ποτέ δεν πήρα κάτι τέτοιο, ακόμα και τις εποχές που οι τράπεζες παρακαλούσαν), αλλά επιχειρηματικό, για τη διευκόλυνση της εργασίας μου. Προσφέρθηκα να βάλω ενέχυρο το ελεύθερο βαρών σπίτι μου και δεν το δέχτηκαν. Όμως… εγώ δεν λέγομαι Πολάκης, λέγομαι μόνο Κωνσταντινίδης!
*Ο Άρης Κωνσταντινίδης είναι μέλος της Μόνιμης Γενικής Συνέλευσης της Φιλελεύθερης Συμμαχίας
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Liberal την 20η Μαρτίου 2019
Ψηφοθηρία και Αύξηση Κατώτατου Μισθού
Η Φιλελεύθερη Συμμαχία καταδικάζει τον πολιτικό κυνισμό της παλαιοκομματικής εξαγγελίας του Πρωθυπουργού για αύξηση του κατώτατου μισθού. Η στυγνή ψηφοθηρία που υποκρύπτει αυτό το μέτρο, αφενός δεν θα έχει κανένα αποτέλεσμα για το εισόδημα των χαμηλόμισθων και αφετέρου θα μειώσει τις πιθανότητες των ανέργων να απασχοληθούν σε μία οικονομία που έχει καταστρέψει η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Όπως έχει γίνει πλέον σαφές, η υποκριτική αυτή αύξηση στις τσέπες των εργαζομένων σχεδόν ακυρώνεται από το φόρο εισοδήματος που θα υποχρεωθούν να πληρώσουν λόγω της μείωσης του αφορολογήτου. Ταυτόχρονα, τα καταστήματα και οι μικρές επιχειρήσεις με προσωπικό έως 5 άτομα, που ήδη έχουν εξαντληθεί από την υπερφορολόγηση της Κυβέρνησης, δυσκολεύονται να ανταποκριθούν σε συμπληρωματικές αυξήσεις, με αποτέλεσμα είτε να περιορίσουν τις ευκαιρίες απασχόλησης είτε να μετακινηθούν σε πιο βραχυπρόθεσμες μορφές εργασίας.
Θυμίζουμε πως η αύξηση του κατώτατου μισθού χτυπά τις πιο ευάλωτες ομάδες εργαζομένων: χρόνια άνεργους, ανειδίκευτους, νέες και άνεργες μητέρες, μετανάστες, νέους, ΑΜΕΑ και ηλικιωμένους που δεν έχουν τις δεξιότητες ή τα προσόντα για να δικαιολογήσουν τον κατώτατο μισθό, οπότε μένουν μόνιμα στο περιθώριο της αγοράς εργασίας.
Η Φιλελεύθερη Συμμαχία, υποστηρίζει την κατάργηση του κατώτατου μισθού και την απελευθέρωση των εργασιακών σχέσεων, που θα δώσουν δυνατότητα σε όλους και ιδιαίτερα στους πιο αδύναμους, να βρουν δουλειά και να εξασφαλίσουν την οικονομική τους ανεξαρτησία.