Τέλος εποχής για τους μεταπράτες της αδιαλλαξίας
Το περιεχόμενο των προτάσεων του διαμεσολαβητή του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς αναφορικά με την ονομασία της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, σηματοδοτεί το τέλος μιας μακράς περιόδου αδιαλλαξίας της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στο ζήτημα της ονομασίας του γειτονικού κράτους καθώς εγκαταλείπεται με τον πλέον επίσημο τρόπο ο στόχος της αποτροπής της χρήσης της λέξης «Μακεδονία» σε αυτή.
Ταυτόχρονα, οι εξελίξεις συνιστούν πικρή δικαίωση για τις θαρραλέες φωνές σύνεσης, και ρεαλισμού, που λοιδορήθηκαν, κατηγορήθηκαν για «ενδοτισμό» και βρέθηκαν στο περιθώριο της πολιτικής ζωής του τόπου. Πικρή δικαίωση γιατί έπρεπε πρώτα να σπαταληθεί πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο και να αναπτυχθεί η καχυποψία ανάμεσα στα δύο κράτη ώστε σήμερα, η Ελλάδα να διεκδικεί αυτό που της είχε προταθεί και απέρριψε με το περίφημο «πακέτο Πινέιρο», δεκαπέντε χρόνια πριν, χωρίς μάλιστα τις περιπλοκές της «διπλής» ονομασίας.
Καθώς φαίνεται πως προετοιμάζεται το έδαφος για μία ακόμη ανέξοδη επίδειξη ισχύος με την άσκηση του δικαιώματος της αρνησικυρίας (veto) στην αποδοχή της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, η Φιλελεύθερη Συμμαχία καλεί την Υπουργό Εξωτερικών κα Μπακογιάννη να μην υποκύψει στις σειρήνες του εθνικο-λαϊκισμού που επιχειρούν να καταστήσουν την ελληνική εξωτερική πολιτική δέσμια των πολιτικών φιλοδοξιών και των εθνικών φαντασιώσεων τους.
“Ολυμπιακή” καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ
Η Φιλελεύθερη Συμμαχία, σε σχετική ανακοίνωσή της για την σημερινή καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για το θέμα της Ολυμπιακής εκφράζει τη λύπη της για το νέο αυτό διασυρμό της χώρας, ιδίως γιατί τίποτα δεν δείχνει ότι θα είναι ο τελευταίος. | ![]() |
Οι παράνομες πρακτικές των Ελληνικών κυβερνήσεων είχαν σαν αποτέλεσμα έρευνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90 που συνεχίζονται και καταδικαστικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου όπως την παλαιότερη C-415/03 και τη σημερινή C-419/06 που επιβεβαίωσαν παράνομες κρατικές ενισχύσεις προς την Ολυμπιακή από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας. Το ιστορικό της διασπάθισης του δημόσιου χρήματος εξιστορείται λεπτομερώς στο σημερινό δελτίο τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ενώ η Νέα Δημοκρατία εποίησε την νήσσα για το θέμα, δεν συνέβη το ίδιο και με το ΠΑΣΟΚ που δια στόματος κ.κ. Ξενογιαννακοπούλου και Τσιόκα καταφέρονται κατά της κυβέρνησης γιατί… δεν διαπραγματεύθηκε αποτελεσματικά το θέμα της Ολυμπιακής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο δε νέος πρόεδρος του Συνασπισμού κ. Τσίπρας, ως γνήσια αριστερός, κάνει και ένα βήμα παραπέρα επισημαίνοντας ότι οι ο φορολογούμενοι πρέπει να δώσουν και άλλα χρήματα στην Ολυμπιακή γιατί αυτά που έχουν ήδη δώσει αποτελούν ένα πολύ μικρό τμήμα του συνολικού χρέους του Δημοσίου προς αυτήν!
Δεν μας λένε όμως, ούτε η κ. Ξενογιαννακοπούλου ούτε ο κ. Τσίπρας, ούτε μια λέξη για τις διακομματικές παρασιτικές ομάδες που συμμετείχαν στη λεηλασία του δημόσιου αερομεταφορέα όλα αυτά τα χρόνια. Αντίθετα προσπαθούν να πείσουν τους πολίτες, πάντα στο όνομα της… προόδου, ότι το κρατικό μονοπώλιο στις αερομεταφορές πρέπει να διατηρηθεί, οι παρανομίες να συνεχιστούν και ο φορολογούμενος να συνεχίσει να πληρώνει τα σπασμένα.
Η Φιλελεύθερη Συμμαχία, μόνη και χωρίς εξαρτήσεις αναδεικνύει το αυτονόητο, δηλαδή ότι οι παράνομες κρατικές ενισχύσεις συνιστούν κατάργηση του ανταγωνισμού στις αερομεταφορές. Εάν αυτό γίνει ανεκτό θα υποβαθμίζεται περαιτέρω η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και θα αυξάνει το κόστος τους.
Η διατήρηση του κρατικού μονοπωλίου στις αερομεταφορές θα έχει αρνητικές συνέπειες για την τσέπη του καταναλωτή, τον κρατικό προϋπολογισμό και τον τουρισμό της χώρας, θα αναστέλλει τις επενδύσεις ξένων αεροπορικών εταιρειών στην Ελλάδα και θα μεταθέτει για το μέλλον τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για τους νέους που πλήττονται από την ανεργία.
Η Φιλελεύθερη Συμμαχία θεωρεί την Ολυμπιακή κορυφαίο δείγμα μιας πολιτικής που ευνόησε λίγους προνομιούχους σε βάρος των συμφερόντων της πλειοψηφίας των πολιτών της χώρας. Για τους λόγους αυτούς η Φιλελεύθερη Συμμαχία προτείνει την άμεση ιδιωτικοποίηση της Ολυμπιακής στα πλαίσια μιας συνολικότερης απεμπλοκής του κράτους από κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα και την εξασφάλιση υγιούς ανταγωνισμού σε όλους τους τομείς της οικονομίας.