Σχετικά με την έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία
Το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ εξέδωσε την έκθεσή του για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Το βασικό απόσπασμα που προβλήθηκε από τα τηλεοπτικά κανάλια αφορούσε τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι ανέρχονται σε λιγότερο του 60% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Φυσικά ακολούθησαν διάφορες κραυγές για αύξηση μισθών, προσέγγιση με την Ευρωπαϊκή Ένωση κ.λπ. Κάποιοι συνέδεσαν τους χαμηλούς μισθούς με την υπανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και, φυσικά, σχεδόν όλοι οι σχολιαστές ζήτησαν επέμβαση της Πολιτείας.
Ουδείς διερωτήθηκε πόσο σημαντικό οικονομικό βάρος είναι ένας εργαζόμενος για τον εργοδότη του. Με μισθούς, οι οποίοι σχεδόν διπλασιάζονται από τις ασφαλιστικές εισφορές, με ασφυκτικές ρυθμίσεις των εργασιακών σχέσεων και πολύ δύσκολη τη δυνατότητα απόλυσης, η ελληνική οικονομία προσφέρει μόνον αντικίνητρα στις προσλήψεις εργαζομένων σήμερα. Η Φιλελεύθερη Συμμαχία θέτει, ως μια από τις πρώτες προτεραιότητές της, την απαλλαγή των εργασιακών σχέσεων από κρατικές ρυθμίσεις, παρατηρώντας η λήψη παρομοίων μέτρων σε πολλές χώρες της Ευρώπης και τις Η.Π.Α. οδηγεί σταθερά σε πολύ χαμηλή ανεργία και επιτρέπει μεγάλη κινητικότητα στην εργασία: παρέχει στον εργαζόμενο τη δυνατότητα να διαπραγματευθεί ουσιαστικά με τον εργοδότη του, χωρίς να φοβάται δυσμενείς συνέπειες της τυχόν απόλυσής του, καθώς θα γνωρίζει ότι παράλληλα θα υπάρχουν πολλές εναλλακτικές θέσεις εργασίας γι’ αυτόν. Αποτέλεσμα, εκτός από τη μείωση της ανεργίας, θα είναι και η αύξηση των μισθών των εργαζομένων, καθώς οι εργοδότες θα πρέπει να δημιουργούν κίνητρα για την πρόσληψη των πιο ικανών από αυτούς. Οι παρεμβάσεις εκ μέρους της Πολιτείας μέχρι σήμερα, δήθεν υπέρ των εργαζομένων, έχουν μειώσει σημαντικά τις επιλογές τους, έχουν οδηγήσει πολλούς από αυτούς στην ανεργία και δεν επιτρέπουν στους υπολοίπους να επιδιώκουν αμοιβή ανάλογη με την προσφορά τους.