Η κυβέρνηση της ΝΔ επιδεικνύει τραγική ανικανότητα στην διαχείριση των εμβολιασμών
Ενώ η χώρα ήδη από τις 29/12 έχει στην κατοχή της 93.600 δόσεις του εμβολίου της Pfizer/BioNTech κι ενώ παρακολουθήσαμε το επικοινωνιακό πυροτέχνημα του εμβολιασμού πλήθους πολιτικών και πολιτειακών παραγόντων, εντούτοις ο ρυθμός εμβολιασμού των υγειονομικών και των διαμενόντων σε γηροκομεία και ειδικές δομές γίνεται – στην καλύτερη περίπτωση – με ρυθμό χελώνας.
Ακόμα και αυτή τη στιγμή, ομάδες υψηλότατης έκθεσης στον κορωνοϊό, όπως για παράδειγμα οι οδοντίατροι, που έρχονται σε επαφή καθημερινά με εκατοντάδες πιθανά κρούσματα, δεν γνωρίζουν αν και πότε θα εμβολιαστούν. Όταν, όπως διαπιστώνουμε, η κυβέρνηση δεν μπορεί να διαχειριστεί με επιτυχία τον εμβολιασμό 93.600 συμπολιτών μας που ο εμβολιασμός τους είναι τόσο κρίσιμος στην επιτυχή αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού, αναρωτιόμαστε πώς ακριβώς θα επιτύχει την οργάνωση και τον προγραμματισμό εκατομμυρίων δόσεων εμβολίων που αναμένονται μέσα στους επόμενους μήνες.
COVID-19: Το ”Μένουμε Σπίτι” δεν υπάρχει ως επιλογή για τους αστέγους
Η Φιλελεύθερη Συμμαχία, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές με τους αστέγους κατά την Covid-19 περίοδο πληροφορίες του Ελληνικού Δικτύου για το Δικαίωμα στη Στέγη και στην Κατοικία, καλεί άμεσα την ελληνική πολιτεία να λάβει μέτρα για την στήριξη και την υγειονομική τους περίθαλψη.
Οι άνθρωποι που ζουν στο δρόμο ή αντιμετωπίζουν έλλειψη στέγης είναι μια ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα στο πλαίσιο της πανδημίας του COVID-19. Οι συνθήκες στις οποίες διαβιούν, συχνά μαζί με κακή υγεία ή αναπηρίες, συνεπάγονται υψηλό κίνδυνο μετάδοσης του ιού, αλλά και ελλιπή πρόσβαση σε χώρους υγιεινής, προσωπικής φροντίδας και χώρους απομόνωσης. Εάν άστεγοι μολυνθούν με το COVID-19, είναι πολύ πιθανό να αρρωστήσουν σοβαρά και να πεθάνουν. Αντιμετωπίζουν πολλαπλά εμπόδια πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη και στη σχετική πληροφόρηση, με σοβαρή πιθανότητα μετάδοσης του ιού σε άλλους. Η προστασία των αστέγων αποτελεί σημαντικό στοιχείο και προτεραιότητα.
Ένα μήνα και 2 μέρες μετά το πρώτο κρούσμα κορονοϊού στην Ελλάδα, η ελληνική πολιτεία εξακολουθεί να παριστάνει ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν υπάρχουν, δεν τους “βλέπει” ή στην καλύτερη περίπτωση τους θεωρεί πολίτες δεύτερης και τρίτης κατηγορίας, μη έχοντας λάβει κανένα απολύτως μέτρο για την προστασία τους.
Οι ηλικιωμένοι άστεγοι και όσοι πάσχουν από χρόνιες παθήσεις αδυνατούν να καλύψουν ακόμη και τις πολύ βασικές τους ανάγκες. Τα καφέ και τα εστιατόρια έχουν κλείσει και δεν υπάρχει πλέον πρόσβαση σε τουαλέτες και σίτιση ή άλλη βοήθεια. Οι παρεμβάσεις μείωσης βλάβης του ΚΕΘΕΑ και του ΟΚΑΝΑ έχουν ελαττωθεί, κάτι που αυξάνει τον κίνδυνο λοιμωδών νοσημάτων λόγω χρήσης της ίδιας σύριγγας, ενώ το street work έχει διακοπεί τελείως. Καμία δομή αστέγων δεν δέχεται τους χρήστες ναρκωτικών ουσιών. Οι κοινωνικές υπηρεσίες των Δήμων λειτουργούν με προσωπικό ασφαλείας ή δεν λειτουργούν καθόλου. Μειωμένο επίσης είναι και το προσωπικό που υποστηρίζει πρόσφυγες/ αιτούντες άσυλο στα ΚΥΤ και το πρόγραμμα PHILOS II. Δεν έχουν ακόμη αποσταλεί οδηγίες από τις αρμόδιες αρχές αναφορικά με τις δομές κοινωνικής φροντίδας.
Στο πλαίσιο αυτό καλούμε την ελληνική πολιτεία να λάβει τα εξής μέτρα:
– Άμεσες εξετάσεις για τον COVID-19 σε όλους τους φορείς που εξυπηρετούν αστέγους, διαχωρίζοντας ασθενείς θετικούς στον ιό από αυτούς που είναι απαλλαγμένοι και δημιουργώντας νέες έκτακτες προσωρινές εγκαταστάσεις για να φιλοξενούν και να φροντίζουν ξεχωριστά την κάθε ομάδα.
– Επιτόπιες δράσεις στο δρόμο για την παροχή υλικού προσωπικής υγιεινής, φαγητού και νερού.
– Ενισχυμένα μέτρα υγιεινής στις υφιστάμενες δομές παροχής στέγης, πληροφόρηση και συμβουλευτική για τους χρήστες όλων των υπηρεσιών, σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης όσον αφορά τα στελέχη και διάθεση υγειονομικού προσωπικού σε υπηρεσίες αστέγων.
– Πρόσθετα καταλύματα έκτακτης ανάγκης σε επίπεδο περιφέρειας για τη μείωση του υπερπληθυσμού των ξενώνων και τη διευκόλυνση της σωματικής απομόνωσης, με την αξιοποίηση κλειστών ξενοδοχείων, κενών μονάδων Airbnb, δημόσιων κτηρίων ή άλλων χώρων που θα μπορούσαν να στηρίξουν τις ανάγκες ευπαθών ομάδων.
Η απρόσκοπτη και ισότιμη πρόσβαση των συνανθρώπων μας στις δομές και στις υπηρεσίες φροντίδας και εξυπηρέτησης των αναγκών τους, δεν μπορεί παρά να αποτελεί προτεραιότητα κάθε ευνομούμενου κράτους.